ΒΑΛΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ


Ολοι εμείς που είμαστε κάτω των 70, θα πρέπει να θεωρούμε τον εαυτό μας ως την πιο τυχερή γενιά, αν όχι των τελευταίων 24 αιώνων, τουλάχιστον, των δύο τελευταίων γιατί δεν βιώσαμε τη φρίκη του πολέμου και της προσφυγιάς, όπως την βίωσαν οι μακρινοί πρόγονοί μας και οι γονείς μας.

Το γεγονός μάλιστα, το ότι είμαστε σε μια περιοχή του κόσμου, στην οποία η διαρκής ειρήνη, με εξαίρεση πάντα τα τελευταία 70 χρόνια, ήταν μια λέξη άγνωστη και από την οποία περιοχή ξεκίνησε ο Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος, θα πρέπει να μας κάνει να είμαστε ακόμη πιο επιφυλακτικοί και προσεκτικοί σε ότι αφορά στην άνοδο των εθνικισμών στην περιοχή μας.

Δεν θα υπεισέλθω στο Μακεδονικό πρόβλημα, γιατί πιστεύω ότι ανήκω στο 1% των Ελλήνων που δηλώνουν άσχετοι σε......
θέματα διεθνούς διπλωματίας. Υιοθετώ όμως την άποψη του ιδρυτή της πολιτικής επιστήμης, του Νικολό Μακιαβέλι, ο οποίος είπε ότι «σε θέματα πολιτικών και στρατιωτικών αποφάσεων το αποτέλεσμα και μόνο το αποτέλεσμα είναι ο μοναδικός και αντικειμενικός κριτής του αν μια ενέργεια ή πράξη πολιτικού ή στρατιωτικού περιεχομένου είναι σωστή ή λανθασμένη», και μόνο ο χρόνος θα δείξει το σωστό ή λάθος της συμφωνίας με τα Σκόπια.

Δυστυχώς, υπήρξαν και θα υπάρχουν πάντοτε αμετανόητοι και ανιστόρητοι πολεμοχαρείς και άπατρεις εθνικιστές, οι οποίοι δεν έχουν διδαχτεί τίποτα από τις απανωτές ήττες της χώρας μας(βλέπε 1897, 1922, 1974), ως αποτέλεσμα λανθασμένων εκτιμήσεων και παρορμητικών αποφάσεων, οι οποίες κόστισαν ανθρώπινες ζωές και απώλειες εδαφών.

Επειδή παρατηρώ τελευταία, ότι η εικόνα που έχουν πολλοί νέοι μας για τον πόλεμο, είναι αποτέλεσμα εικονικής πραγματικότητας, που έχει τις πηγές της σε τηλεπαιχνίδια με πολεμικό περιεχόμενο, είναι καλό να ρίξουμε μια ματιά στο πως ξεκίνησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Τέσσερα χρόνια πριν την κήρυξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1910, ο Νόρμαν Έιντζελ, ένας φιλελεύθερος δημοσιογράφος, είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλίο-μπεστ σέλερ με τίτλο «Η Μεγάλη Χίμαιρα» όπου «προανήγγειλε το οριστικό τέλος των πολέμων». Ήταν κάτι παρόμοιο με «Το Τέλος της Ιστορίας» και το θρίαμβο της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας που είχε προαναγγείλει πριν 25 χρόνια ο Φ. Φουκουγιάμα, για να αναθεωρήσει σήμερα τη θέση αυτή, «λόγω της παλίρροιας του ανερχόμενου ακροδεξιού εθνικισμού»,  όπως είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του,

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπασε, σχεδόν, από το πουθενά, με μια αναπάντεχη αφορμή. Αφορμή ήταν η δολοφονία του πριγκιπικού ζεύγους του Αυστροουγγρικού θρόνου, στις 28 Ιουνίου του 1914, στο Σαράγιεβο της Βοσνίας, από έναν Σερβοβόσνιο εθνικιστή της πανσλαβικής ιδεολογίας.
΄
Με μοναδική εξαίρεση μια μειοψηφία Μαρξιστών-Επαναστατών(Λένιν, Τρότσκι, Λούξεμπουργκ και Λίμπκνεκχτ) που τάχθηκαν από την αρχή κατά του πολέμου, γιατί πίστευαν ότι «η δολοφονία ήταν η αφορμή, αλλά η πραγματική αιτία ήταν η ιμπεριαλιστική φύση του καπιταλισμού και το μοίρασμα των αγορών», όλοι οι άλλοι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, ακόμη και των Σοσιαλδημοκρατών, τάχθηκαν υπέρ του πολέμου. Μέχρι και ο αναρχικός Κροπότκιν πήρε το μέρος του Τσάρου.

Πολλοί, μη μαρξιστές ιστορικοί, προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τους λόγους και τις αιτίες που οδήγησαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ακόμη και τον μαρξιστή Πλεχάνοβ, να ταχθούν υπέρ του πολέμου, με το επιχείρημα ότι «ήταν τόσο έντονα ανερχόμενος ο εθνικισμός σε ολόκληρη την Ευρώπη, που ήταν δύσκολο, σχεδόν αδύνατο να μην ακολουθήσουν τα λαϊκά κόμματα τις επιθυμίες των λαών τους». Εφτασαν μάλιστα στο σημείο να πουν και να γράψουν, ότι, «οι λαοί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ήταν υπέρ του πολέμου, γιατί είχαν απηυδήσει από την αδράνεια και τη στασιμότητα στην πολιτική ζωή»!!!
Η περιγραφή ενός αυτόπτη μάρτυρα-δημοσιογράφου των συναισθημάτων του πλήθους στο Βερολίνο την ημέρα της κήρυξης του πολέμου ενίσχυσε το επιχείρημά τους:«Κανείς δεν ήξερε το διπλανό του, αλλά όλοι διακατέχονταν από το ίδιο έντονο πάθος: Πόλεμος και πάλι Πόλεμος και ένα συναίσθημα συναδέλφωσης»!!!!.

Δε θα διαφωνήσω με τη διαπίστωση, ότι μπορεί ο φόβος, η αγωνία και η αβεβαιότητα για το μέλλον να οδηγήσουν τους ανθρώπους σε παρόμοιες σκέψεις και συμπεράσματα όπως, «η συσχέτιση και η αναγωγή ενός αγνώστου πράγματος σε κάτι ήδη γνωστό, προκαλεί αισθήματα ανακούφισης, ηρεμίας και ανακούφισης» και μ’ αυτήν τη σκέψη, «η οποιαδήποτε έξοδος-λύση από αυτήν την ανυπόφορη κατάσταση, ακόμη και η χειρότερη είναι καλύτερη από τη στασιμότητα και την αδράνεια». Τέτοιες συμπεριφορές είναι παρόμοιες με τη συμπεριφορά εκείνου που αυτοκτονεί παίρνοντας μαζί του και άλλους.

Δεν θα διαφωνήσω επίσης με τη διαπίστωση, ότι ο φόβος, η αγωνία και η αβεβαιότητα για το μέλλον διακατέχει και σήμερα μεγάλα τμήματα ακόμη και της μεσαίας τάξης σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, για τα οποία υπάρχει και ο διεθνής όρος, Βαλκανοποίηση(Balkanization), ένας γεωπολιτικός όρος, που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη διαδικασία κατακερματισμού ή διάσπασης μιας περιοχής ή κράτους σε μικρότερες περιοχές ή κράτη που είναι συχνά εχθρικά ή μη-συνεργάσιμα μεταξύ τους.
Το βασικό και θεμελιώδες ερώτημα είναι: «Ποιοι είναι εκείνοι που έχουν το συμφέρον και τη δυνατότητα να ενισχύσουν εθνικιστικές τάσεις και επιθυμίες των λαών για πολεμικές συγκρούσεις, πείθοντας τον απλό ανθρωπάκο, που θα υποστεί όλες τις συνέπειες, ότι εάν είναι τυχερός και επιζήσει από τον πόλεμο, ίσως και να επωφεληθεί οικονομικά, εάν αποσπάσει η χώρα του κάτι από τους ανίσχυρους γείτονες».

Και μιας και μιλάμε για τα αιματοβαμμένα «Μπαλκάνια», όπου οι ξένοι δεν δυσκολεύτηκαν να πείσουν τους λαούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ότι «σε αντίθεση με την ένωση των λαών της Γιουγκοσλαβίας η οποία ήταν μια πράξη αντίθετη προς τη φύση των πραγμάτων, η ένωση με τους υπερβόρειους λαούς είναι μια εθνικώς παραδεκτή και αναγκαία πράξη», ένα σπίρτο είναι αρκετό για να γίνουν τα Μπαλκάνια αυτό που ήταν πάντα:ένα θέρετρο εχθροπραξιών ηλιθίων.

Το υλικό ανάφλεξης- οι εθνικισμοί είναι ήδη σε έξαρση και από ηλιθιότητα, η περιοχή είναι σε υπεραφθονία, έχει και για εξαγωγή