Ευχόμαστε ή Ικετεύουμε;

Βασίλης Δημ. Χασιώτης

      Στο κύριο άρθρο του περιοδικού «Αναγέννηση» (Φυλλάδιο 1, Σεπτέμβρης 1926) ο Δημ. Γληνός (του οποίου περιοδικού ήταν διευθυντής) έγραφε με αιτία αλλά και αφορμή τα προβλήματα της εποχής του : «Αναγέννηση! Πού; Στη σημερινήν Ελλάδα του ατομικισμού, της ιδιοτέλειας, του πνευματικού μαρασμού, της ηθικής νάρκης; Αναγέννηση!  Ποιανού λοιπόν πράγματος; Και από ποιούς τάχα; Μήπως από σας, που μιλάτε με τόσην ευκολία γι’ αυτήν; Αναγέννηση! Με ποια μέσα και προς ποιούς σκοπούς; Πού είναι τα ιδανικά τα ζωντανά; Και ποιοι είναι οι προφήτες των; Πού είναι η πίστη; Πού είναι η ιερή φωτιά; Πού η απόφαση για θυσίες; Πού είναι η ευψυχία και η καρτερία για έναν αγώνα σκληρό; Τα ερωτηματικά αυτά χωρίς άλλο ανεβαίνουν και σε χείλη ανθρώπων, που δεν είναι από φυσική διάθεση αρνητικοί, που δεν τους τυφλώνει συμφέρον ή πάθος. Είναι όμως ολιγόπιστοι. Και είναι μιά μορφή ολιγοπιστίας να ζητάς το απόλυτο χωρίς ν’ αγωνίζεσαι για το σχετικό. Γιατί το σύμβολό μας δεν είναι υπόσχεση, δεν είναι επαγγελία. Το σύμβολό μας δεν είναι ετικέτα αξίας, που προσφέρομε. Είναι αίτημα. Είναι πόνου κραυγή...»
      Την πρωτοχρονιά του 2018, ήταν ακριβώς κάτι σκέψεις σαν την παραπάνω που μου έρχονταν στο νου.
      Όταν εκείνο που αυτονοήτως και άνευ διαπραγματεύσεων θα έπρεπε να αξιώνεται μετατρέπεται σε αίτημα εκπλήρωσης υπό την αίρεση της καλής διάθεσης εκείνου που αποτελεί υποχρέωσή του και όχι δικαίωμα η ικανοποίηση της αξίωσης, τότε, μπορούμε να πούμε πως.......
είναι εξόφθαλμο ποιο είναι το κακό που ταλανίζει την Δανιμαρκία. Είναι ότι η Αθλιότητα έχει ριζώσει στη Χώρα και ότι η Δράση καλεί τα Λόγια να πάψουν το Μοιρολόι, διότι όταν τη Ζωή μου την κατάντησα άξια για ανέξοδο Μοιρολόι, τότε, η μόνη θέση που με αρμόζει είναι αυτή του Ικέτη.
     Οι ευχές έχουν και ειδική χρησιμότητα και ημερομηνία λήξης. Η ειδική χρησιμότητά τους βρίσκεται στο ότι υπό ομαλές συνθήκες, άλλοτε μεν υπενθυμίζοντας κακά του παρελθόντος και καλούν να διδαχτούμε απ' την εμπειρία να μην τα επαναλάβουμε, άλλοτε δε, απλά τα πράγματα να εξακολουθήσουν να πάνε καλά ή και να πάνε καλύτερα. Υπό ομαλές συνθήκες αυτά, υπενθυμίζω...
      Όταν όμως κατά δυστυχία, τα πράγματα όχι μόνο πάνε κατά Διαβόλου, αλλά, ο ίδιος ο Διάβολος πλέον άρχισε να εκδίδει φιρμάνια του τύπου «Αποφασίζω και Διατάττω», τότε, τα λιβανιστήρια, (λέγε : τα λόγια), έχουν τόση αξία και είναι τέτοιας σοβαρότητας, ως εάν να έχεις πληγεί από μια σοβαρή ασθένεια κι εσύ να την καταπολεμάς παίζοντας το κομποσκοίνι και να μονολογείς «φύγε αρρώστια», «φύγε», «φύγε»...
       Έτσι, μοιραία πέφτουμε στην πνευματική αδράνεια και ασημαντότητα, μοιραία δραστήριο και σημαντικό γίνεται πλέον ό,τι έχει κυριαρχήσει πάνω μας και μας περιθωριοποίησε στην επικράτεια της αδράνειας και της ασημαντότητας : «...Τη στιγμή όπου μία «ομάδα» δεν αισθάνεται  πια καμιά δημιουργική πνοή, πριν να βυθιστεί στο ψέμα και στη συμβατικότητα, στη διακεκριμένη πλήξη και στον καριερισμό,  τη στιγμή όπου ορισμένα προβλήματα... κείτονται κοιμισμένα και πριν φθάσουν σε τέλεια έλλειψη έντασης, τη στιγμή όπου ο λόγος γίνεται ανώδυνος και νωχελής χωρίς πια ούτε φίλους ούτε εχθρούς - είναι καιρός να σταματήσει μία  τέτοια επιχείρηση. Όταν η πτώση στην ασημαντότητα είναι περισσότερο  από απειλητική και εμποδίζει ακόμα και να θέσουμε θέμα -ή μη- σημαντικότητας..., κι όταν στρεφόμαστε σ’ ένα απλό ουμανιστικό ρηματολόγιο που μουρμουρίζει ή  φλυαρεί όρους αξιών τότε έχει σημάνει σιωπητήριο  για  κείνους που θέλουν  ν’ ακούσουν να σημαίνουν κι άλλες ώρες.» (Κώστας Αξελός Προς την Πλανητική Σκέψη, 2η έκδοση, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, σελ. 248-249.)
       Καθώς άκουγα ευχές για το 2018, κύρια από τον κόσμο της πολιτικής και των πολιτειακών θεσμών, τίποτα απ’ αυτές δεν μπόρεσαν να μου αποσπάσουν τον προβληματισμό μου γύρω από την Εθνική μας Κατάρα, που λέγεται «Ανακύκλωση των Ίδιων Προβλημάτων» σε τούτο τον τόπο. Κι όταν, έρχονται στιγμές που νομίζεις πως κάπως ξεφύγαμε απ΄ το παλιό κι επιτέλους, θα μπορέσουμε να ασχοληθούμε από ένα κάπως «ανώτερο επίπεδο» με νέα πράγματα και ασφαλώς με νέα προβλήματα, προβλήματα ναι, αλλά νέα, νάσου και κάτι συμβαίνει που σε στέλνει πίσω την εποχή που γεννήθηκες αν όχι στην εποχή που γεννήθηκαν οι γονείς σου, για να διαπιστώσεις πως τα προβλήματα που νόμιζες ότι είχαν λυθεί στην ουσία κακοφόρμιζαν μέσα σε περίτεχνα ψέματα της εκάστοτε συστημικής προπαγάνδας, με κυρίαρχο πρόβλημα της Διαφθορά και την Ανικανότητα του Πολιτικού μας συστήματος γενικότερα και εκείνου της Εξουσίας ειδικότερα. Και κάθε φορά, έρχονταν στην επιφάνεια ερωτήματα σαν αυτά του Γληνού παραπάνω, που και πριν απ’ αυτόν και μετά απ’ αυτόν τίθονταν από τα ίδια τα πράγματα. Και πάντα διατυπώνονταν και το Ακροτελεύτιο Εθνικό μας Ερώτημα : Τις πταίει; Και πάντα, ένας εσμός επαϊόντων και δημοσιολογούντων, έσπευδαν να δώσουν «απαντήσεις» και «λύσεις» κυριολεκτικά του συρμού, αναπαράγοντας απόψεις και σκέψεις χιλιοδιατυπωμένες στη διάρκεια των δύο αιώνων ζωής του Νεοελληνικού μας Κράτους και που θα τις ξανακούσουμε πάλι στα χρόνια, τις δεκαετίες και τους αιώνες που έρχονται, όσο δεν θα συμβαίνει κάτι που αποτελεί την προϋπόθεση για να βγούμε απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο της Ανακύκλωσης της Εθνικής μας Κακομοιριάς : Πρώτον, πως όταν η Διαπλοκή, η Διαφθορά και η Ανικανότητα καθίστανται τα εξόφθαλμα χαρακτηριστικά του πολιτικού συστήματος εξουσίας, Δεύτερον, όταν η Δικαιοσύνη είτε δεν μπορεί να αποδοθεί, είτε δεν εκτελούνται οι αποφάσεις της, είτε δεν εφαρμόζεται ο Νόμος και το Νομικό Κεκτημένο του Πολιτισμένου Κόσμου, Τρίτον όταν το Έγκλημα κατά της Πατρίδας τίθεται υπό την θεσμική προστασία της Πολιτικής Εξουσίας, όταν έχει ουσιαστικά καταργηθεί η υποχρέωση Λογοδοσίας με την ουσιαστική διερεύνηση των Έργων κι Ημερών της κάθε πολιτικής Εξουσίας, Τέταρτον, όταν έχει ουσιαστικά καταργηθεί η Εθνική Κυριαρχία και Ανεξαρτησία, και Πέμπτον, όταν ουσιαστικά έχει τρωθεί καίρια η Συνταγματική Τάξη, τότε, αρκεί ένα και μόνο ένα εκ των ανωτέρω να συμβαίνει, ώστε το Πολιτικό Σύστημα να τίθεται εκποδών, πόσο μάλλον, αν συμβαίνουν ταυτόχρονα περισσότερα του ενός, και πόσο μάλιστα, αν συμβαίνουν όλα μαζί τα παραπάνω, όπως στην Ελλάδα των Μνημονίων!  Το να συνεχίζουμε υπό οιανδήποτε δικαιολογία ή το οποιοδήποτε επιχείρημα να επιλέγουμε ως λαός να διαφεντεύουν τις τύχες μας εκείνοι που είναι βουτηγμένοι στο ίδιο το Πρόβλημα, όχι μονάχα διότι το δημιούργησαν μα και διότι το συντηρούν, ασφαλώς και δεν τιμά καθόλου το πολιτικό κριτήριο του λαού σε ό,τι αφορά τις πολιτικές του επιλογές.
       Και μιας και επί της ουσίας το παρόν άρθρο έχει ένα «επετειακό» χαρακτήρα, ω αναφερόμενο σε «ευχές» που κάθε χρόνο είθισται να δίνονται, ας μου επιτραπεί μια εντελώς ενδεικτική αναφορά σε επισημάνσεις που η μετριότητά μου έκανε διαχρονικά για προβλήματα ίδια με τα σημερινά.
       Στα 1996, σημείωνα σε κάποιο άρθρο μου, που θαρρώ ότι δεν χάνει την επικαιρότητά του, ως διαπίστωση, έγραφα (Βασίλης Δημ. Χασιώτης: «Τα μικρά μυστικά του εκσυγχρονισμού…» Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, στις 24/7/1996) : «Το πρόβλημα, το κάθε πρόβλημα, έχει κάποια λύση. Αρκεί κανείς ν’ ασχοληθεί μ’ αυτό. Και λύσεις υπάρχουν. Η νοοτροπία αυτή, δηλαδή της επισήμανσης προβλημάτων για την επισήμανση, ως ενέργειας κατ’ εξοχήν λυτρωτικής για την προσωπική «απαλλαγή» από μια δύσκολη θέση, πρέπει να εκλείψει. Διότι είναι εξίσου αληθές, ότι στη χώρα μας η πολιτική τείνει να καταστεί «άυλη» παράμετρος του πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι, αφού στις όποιες επιτυχίες παρατηρείται υπερσυνωστισμός («το είχα επισημάνει κι εγώ» και άλλα παρόμοια), στις δε δυσλειτουργίες, αίφνης, τα όποια προβλήματα, «τέκνα» –σε κάθε περίπτωση- πολιτικών επιλογών, συνηθέστατα παραμένουν «ορφανά» πατρός τε και μητρός, ως και παντός άλλου προγόνου, ως εάν να δημιουργήθηκαν από του πουθενά και από τον Κανένα, όταν οι ακρότητες των τοποθετήσεων δεν υποδεικνύουν ως «φονέα» των ελπίδων τον υδραυλικό της γειτονιάς μου.»
       Ένα χρόνο μετά, επανερχόμουν για να υπογραμμίσω (Βασίλης Δημ. Χασιώτης: «Περί «στρατηγικών προκλήσεων» και άλλων τινών : το παρελθόν του μέλλοντος, το μέλλον του παρελθόντος και το κοινό παρόν…» Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, στις 21/8/1997) : «Όμως,... τα «ιστορικά» προβλήματα, όσο δεν λύνονται καθιστούν την τρέχουσα διαχείριση και διοίκηση όλο και πιο δυσχερή, ενώ η ενοραματική ενατένιση του μέλλοντος υπ’ αυτές τις συνθήκες ας μου επιτραπεί να εκφέρω την προσωπική μου κρίση : είναι κυριολεκτικά για εσωτερική κατανάλωση. Σε περιπτώσεις σαν αυτές έχουμε μια κατάσταση περίπου σαν αυτή. Το παρόν, αλυσοδεμένο με στρεβλώσεις του παρελθόντος, τις οποίες, όχι δεν μπορεί, αλλά απλά, αρνείται να αποτινάξει, καμώνεται ότι «ετοιμάζεται» για το αύριο, που όμως, ούτε αυτό έχει προσδιορίσει σε μια στρατηγική προοπτική, την οποία άλλωστε κατηγορείται ότι αρνείται επί της ουσίας. Περαιτέρω, αυτά τα από το παρελθόν προβλήματα, είναι αυτονόητο ότι υπάρχουν σωρευτικά με άλλα που εν τω μεταξύ δημιουργούνται καθ’ οδόν. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η έννοια των «προκλήσεων» δεν συμβαδίζει κατ’ ανάγκην με μια πορεία από εδώ και πέρα, αλλά συνιστά τον συνολικό κύκλο επιχειρηματικής ζωής μιας εταιρίας, από τη γέννησή της έως σήμερα και από σήμερα, έως το προγραμματιζόμενο αύριο. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι αποτελεί σχήμα πρωθύστερο η προσπάθεια να αντιμετωπίσεις το μέλλον, όταν υπάρχουν προβλήματα από τα παλιά. Εδώ δεν ισχύει το «ό,τι έγινε, έγινε». Αυτό το έχω ακούσει αρκετές φορές. Πολλοί επιθυμώντας να φανούν «πρακτικοί» περιπίπτουν στην χειρότερη μορφή αφαίρεσης και θεωρητικοποίησης. Όταν μου δείχνεις τις οικονομικές επιδόσεις μιας επιχείρησης και μου λες «ό,τι έγινε, έγινε, εμπρός να πετύχουμε περισσότερες πωλήσεις, εμπρός να πετύχουμε περισσότερα κέρδη, κ.λπ.», σίγουρα αυτό που υποθέτεις είναι ότι κάποια «αόρατος χειρ» θα βελτιώσει την εικόνα, ή ότι εκτιμάς ότι με το να πω «δημιουργηθήτω απόδοση» αίφνης αυτό θα λειτουργήσει σαν το «Σουσάμι άνοιξε» του παραμυθιού. Αντίθετα λέγω τούτο : το ποθούμενο καλύτερο αύριο (1) δεν θα έρθει μόνο του, (2) δεν θα μας χαρισθεί, (3) δεν θα το πετύχουμε αν δεν αξιοποιήσουμε εμπειρίες του παρελθόντος και (4) δεν θα το πετύχουμε αν δεν λύσουμε τα θεσμικά στρατηγικά προβλήματα του εσωτερικού μας περιβάλλοντος που σέρνουμε πίσω μας. Το «εμπρός» δεν το απευθύνω στο πουθενά. Το απευθύνω σε ανθρώπους. Αλλά, αν κάθε άνθρωπος στο άκουσμα του «εμπρός» πήγαινε πράγματι μπροστά, αυτό θα βόλευε πολλές καταστάσεις. Όμως δεν συμβαίνει αυτό. Ο κάθε αποδέκτης του «εμπρός» λειτουργεί σε ένα περιβάλλον. Το ποιο είναι αυτό το περιβάλλον, έχει μεγάλη σημασία, μεγάλη στρατηγική σπουδαιότητα. Κανείς δεν θα κάνει κανένα βήμα, σε ένα περιβάλλον που τον «πνίγει», που δεν το πιστεύει και στο τέλος της γραφής δεν πιστεύει στις καλές προθέσεις του αναγγέλοντος το σήμα της «πορείας». Και κλείνοντας ας πούμε και τούτο : Η όποια «πρόκληση» ανάγεται περισσότερο στα δεδομένα του εσωτερικού μας περιβάλλοντος και λιγότερο στα εξωτερικά –σημαντικά βεβαίως κι αυτά. Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι τούτο : προσέξτε ότι ένας έμπειρος αθλητής, όταν τρέχει, δεν θα αφιερώσει παρά ελάχιστο ή καθόλου χρόνο για να δει τι γίνεται με τους άλλους. Πολλοί έχασαν, διότι ανάλωσαν περισσότερο από τον επιτρεπόμενο χρόνο, παρατηρώντας τους άλλους… Καλή και χρήσιμη είναι η γνώση του «άλλου», όμως ακόμα πιο χρήσιμο είναι να γνωρίζουμε εμείς οι ίδιοι τι πραγματικά είμαστε…»
       Όμως, εδώ θα σταματήσω. Δεν έχει νόημα να συνεχίσω την απαρίθμηση παλαιών επισημάνσεων που όμως διατηρούν την επικαιρότητά τους χάρις και μόνο στο γεγονός ότι το Παλιό αρνείται να φύγει, χάρις στο γεγονός πως πολλές φορές το Νέο, αποκαλύφθηκε πως δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα καλά καμουφλαρισμένο παλιό. Ίσαμε τα σήμερα, κάθε πρωτοχρονιά, το βλέμμα μας, και άρα οι ευχές μας, έφταναν μέχρι το νέο -κάθε φορά- έτος που έκανε ποδαρικό, άντε και μέχρι τέλους της θητείας της κάθε κυβέρνησης. Φέτος, είναι η πρώτη φορά, που δεν μπορούμε να ευχηθούμε τίποτα για το 2018, ή το 2019 ή το 2020, διότι για πρώτη φορά η Χώρα, και πρώτη φορά Χώρα στο κόσμο, έχει δεσμευτεί σε ουσιώδεις οικονομικές πολιτικές, για μια περίοδο σαράντα και πλέον ετών!  Όποιος δεν κατανόησε το σημαίνει η σε μια αράδα δέσμευση για πλεονάσματα ίσαμε το 2006, θα το αντιληφθεί πολύ σύντομα, όταν οι «σωτήρες» μας θα έρθουν να πατήσουν σ’ αυτή την δέσμευσή μας, όταν κάποια στιγμή, θα πέσουμε κάτω εξαντλημένοι από έναν υπερμαραθώνιο που επιχειρείται από έναν πολυτραυματία «αθλητή». Κι όποιος αγνοεί, πως τέτοιες δεσμεύσεις, για τέτοιου είδους οικονομικές επιδόσεις, δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο ούτε μεταξύ των πλέον ισχυρών οικονομιών του κόσμου, και περιμένει ότι θα επιτευχθούν εδώ αυτές οι αξιώσεις, ασφαλώς και δικαιούται τον τίτλο του αιθεροβάμονος, για να μην του αποδώσω άλλους, λιγότερο κολακευτικούς. Το ίδιο ισχύει και για όσους ομιλούν για δυνατότητες «ανάπτυξης» υπό τις απαιτήσεις των Μνημονίων, που αποτελούν μνημεία πολιτικών δολοφονικών της «ανάπτυξης» όπως τη γνωρίζει ο πολιτισμένος κόσμος, και ασφαλώς, απολύτως συμβατών με την έννοια της «ανάπτυξης» της οικονομίας τύπου «γαλέρας».
       Στην Μνημονιακή Ελλάδα, ουσιαστικά, ούτε οι ευχές πλέον δεν έχουν θέση. Μόνο οι Ικεσίες, για όσους διάλεξαν το ρόλο του Ικέτη στο Ναό του Μολώχ. Μονάχα που ο Μολώχ, δεν έχει ιδέα ούτε γι΄ αυτό, δηλαδή το τι σημαίνει «ικεσία»...