Εμμένοντας στον Δημόσιο Αυτοευτελισμό

Βασίλης Δημ. Χασιώτης


Παρακολουθούσα χτες μια τηλεοπτική εκπομπή, σε κάποιο (εκ των μη θεωρούμενων «μεγάλων») τηλεοπτικό σταθμό, μια εκπομπή όμως, με μεγάλη τηλεθέαση.
Κάποιος εκ των προσκεκλημένων, ισχυρίστηκε κάτι που και στο παρελθόν το έχουμε ξανακούσει, πως τα Μνημόνια αν δεν υπήρχαν, θα έπρεπε να τα είχαμε εφεύρει μόνοι μας.
Και αυτό λέγεται πότε;
Σήμερα! Εφτά χρόνια μετά την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου, και όταν, τύτη την ώρα που μιλάμε, οι δύο αρχιτέκτονες των Μνημονίων, Βόλφκανγκ Σόιμπλε και ΔΝΤ, επιδίδονται σε αγώνα μεταξύ τους, για το ποιος έχει την ευθύνη της καταστροφικής αποτυχίας των Μνημονίων, των «μάταιων» προγραμμάτων όπως πολύ κομψά ο Σόϊμπλε μόλις προχτές χαρακτήρισε το εγκληματικό περιεχόμενο αυτών των προγραμμάτων.
Και να μη ξεχνάμε πως λίγα χρόνια πριν, το ίδιο το ΔΝΤ, τα είχε χαρακτηρίσει, εξ ίσου κομψά, «λάθος».
Ασφαλώς, ούτε «μάταια» ήταν για τα συμφέροντά τους, ούτε και «λάθος». Ήταν ένα «λάθος» και μια «ματαιότης» καλά σχεδιασμένη και προγραμματισμένη. Τρανταχτή απόδειξη, πως όχι μόνο δεν έκαναν αλλά ούτε και κάνουν σήμερα τίποτα να τα αλλάξουν, αντίθετα, επιμένουν ακόμα περισσότερο στο βάθεμα και πλάτεμα της «ματαιότητας» και του «λάθους».
Έτσι λοιπόν, η απλή επανάληψη αυτού του επιχειρήματος, αν δεν οφείλεται σε ανήκεστο διανοητική βλάβη, ή αν δεν......
οφείλεται σε δογματική προσήλωση στα Νεοφιλελεύθερα προτάγματα, και τα δύο απολύτως δικαιολογήσιμα, τότε, συνιστά έναν αξιολύπητο δημόσιο αυτοευτελισμό του επιχειρηματολογούντος, για λόγους που αγνοώ, πόθεν τούτη η ανάγκη και προς ποιο όφελος, (ψυχικό, πνευματικό ή υλικό), αλλά ασφαλώς σε κάποιους λόγους θα οφείλεται.
Τι λέει, τι έλεγε πάντα αυτό το επιχείρημα;
Ανάγκη πάσα, να υποταχτούμε στην «Σωτήρια Παρέμβαση» των «Εταίρων» μας και της «Διεθνούς Κοινότητας», (η τελευταία «εκπροσωπείται» από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εν προκειμένω), δηλαδή, να υποταχτούμε σ’ αυτό που η συντριπτική πλειοψηφία του «λαουτζίκου», αποκαλεί Αθλιότητα και Ξένη Κατοχική Δύναμη, η οποία επέβαλε μέσω των Μνημονίων, ένα Καθεστώς Προγραμματισμένης Λεηλασίας και Ληστείας του ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου και εισοδήματος, ένα Καθεστώς Πλήρους Αδιεξόδου από τα Δεσμά της Μνημονιακής Δουλείας, ένα Καθεστώς Οπισθοδρόμησης προς Πρότυπα Οικονομιών που ως χώρα τα είχαμε αφήσει πίσω μας πριν μισό και παραπάνω αιώνα, ένα Καθεστώς Πλήρους Κοινωνικής Εξαθλίωσης και Αποδιοργάνωσης του Κοινωνικού Ιστού, ένα Καθεστώς Αφελληνισμού της Εθνικής μας Οικονομίας,  ένα Καθεστώς Ουσιαστικής Κατάργησης του Συντάγματος και άρα της Δημοκρατίας με την ταυτόχρονη υιοθέτηση των πλέον εξευτελιστικών μεθοδεύσεων, για να μείνουμε σε κάποιες μονάχα πτυχές των Συνολικών Μνημονιακών «Επιτευγμάτων».
Όσοι συνεπώς, με τα παραπάνω δομένα, εξακολουθούν να προβάλλουν τέτοιου είδους επιχειρήματα και να τα απευθύνουν σε ένα λαό καθημαγμένο από τα Μνημονιακά «Επιτεύγματα», μια Κοινωνία στην οποία σε κάθε σπίτι διαδραματίζεται και ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο δράμα, ασφαλώς, ακόμα και σ' αυτή την Δημοκρατία της Μηδενικής Συνταγματικής Νομιμότητας, στην οποία πλέον δεν εκτελούνται ούτε οι δικαστικές αποφάσεις που κηρύσσουν αντισυνταγματικούς τους Μνημονιακούς Νόμους, ασφαλώς λοιπόν και μπορούν ελευθέρως να προβάλλουν τον Κυνισμό τους, την αλληλεγγύη τους στη Μνημονιακή Αθλιότητα, την κατάλυση της Δημοκρατίας, μπορούν με άνεση να μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου, μπορούν με άνεση να υπερασπίζονται το Πρότυπο του Εκβουλγαρισμού της Ελληνικής  Οικονομίας και μέσω αυτού του βιοτικού μας επιπέδου, όμως, δεν πρέπει να έχουν καμιά ψευδαίσθηση για το αν αποτελούν ξένο ή όχι σώμα στην Ελληνική Κοινωνία, όχι αυτής που θωρεί «ευκαιρία» και «μεγάλη τύχη» τα Μνημόνια, αλλά της άλλης, του ΑΔΙΚΟΥ θύματος των Μνημονίων.
Των Μνημονίων, των οποίων ο Μεγάλος Εχθρός των Μέτρων τους ήταν η Νομιμότητα.
Διότι τα σκληρά μέτρα, εισπράττονται και αντιμετωπίζονται διαφορετικά αν είναι την ίδια στιγμή ΚΑΙ δίκαια, απ' ό,τι αν τα ίδια αυτά μέτρα είναι άδικα.