Η επίσημη Διάλυση της Ευρωζώνης, η Κατάργηση του Ενιαίου Ευρώ και ο ημέτερος Κούφιος Μεγαλοϊδεατισμός…

Βασίλης Δημ. Χασιώτης

Πριν ένα μήνα, ο (απερχόμενος) Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, υποδέχονταν στις Βερσαλλίες, την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και τους πρωθυπουργούς της Ισπανίας και της Ιταλίας, Μαριάνο Ραχόι και Πάολο Τζεντιλόνι (και οι τρείς τελευταίοι, δεν είναι διόλου βέβαιο πόσο ακόμα θα βρίσκονται επί κεφαλής των κυβερνήσεών τους).

Η ημερήσια διάταξη» πολύ κρίσιμη : «Το μέλλον της Ευρώπης».

Η απόφαση των Τεσσάρων που λήφθηκε και ανακοινώθηκε, ακόμα πιο κρίσιμη.


Ο Γάλλος πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, περιέγραψε, προφανώς και για λογαριασμό των υπολοίπων τριών, το νέο «όραμα» της Ευρώπης με λίγες λιτές φράσεις, αλλά με πλούσιο περιεχόμενο (όλες οι δηλώσεις με βάση τα δημοσιεύματα του Τύπου) :

«Η ενότητα δεν σημαίνει ομοιομορφία», είπε, και συνέχισε : «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τάσσομαι υπέρ της ύπαρξης νέων μορφών συνεργασίας, υπέρ νέων σχεδίων, υπέρ αυτού που αποκαλούμε διαφοροποιημένες συνεργασίες… Με αυτόν τον τρόπο ορισμένες χώρες θα μπορούσαν να προχωρήσουν πιο γρήγορα και πιο μακριά σε τομείς όπως η άμυνα, η ευρωζώνη, μέσω της εμβάθυνσης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, όπως είναι.... η φορολογική και κοινωνική εναρμόνιση, όπως είναι ο πολιτισμός ή η νεολαία… Ορισμένες χώρες θα μπορούσαν να προχωρήσουν γρηγορότερα και ισχυρότερα χωρίς οι άλλες να αποκλείονται αλλά και χωρίς να μπορούν να αντιταχθούν».


Με λίγα λόγια αυτό που συνέβη στις Βερσαλλίες, ήταν η ΕΠΙΣΗΜΗ έκδοση του πιστοποιητικού θανάτου του ενιαίου ευρώ.



Τι σημαίνει ΠΡΑΚΤΙΚΑ αυτό;



Σημαίνει, πως, πλέον, το ευρώ, ως νόμισμα, και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά και οι σχετιζόμενες με τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική (και άρα της συνολικής πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής) αποφάσεις των υπόλοιπων ευρωπαϊκών οργάνων, θα λειτουργεί εφεξής «με πολλές ταχύτητες», όμως, επειδή, αλίμονο, ΔΕΝ υπάρχει νόμισμα που ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ να ικανοποιεί και όσους θα βρίσκονται στη «πρώτη ταχύτητα» και όσους θα βρίσκονται στη «δεύτερη ταχύτητα», και όσους θα βρίσκονται στη «τρίτη ταχύτητα» και όσους θα βρίσκονται στην «τέταρτη ταχύτητα», (ας ελπίσουμε ότι δεν θα είναι περισσότερες οι «ταχύτητες» πράγμα δηλαδή αμφίβολο κι αυτό), η αναπόφευκτη συνέπεια θα είναι το ευρώ, να λειτουργεί ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΆ ΥΠΕΡ των χωρών της «πρώτης ταχύτητας» και ΕΧΘΡΙΚΑ για όλες τις υπόλοιπες χώρες που θα επιμένουν ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ,ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΕΤΣΙ, να βρίσκονται εντός της Ζώνης του Ευρώ.



Αλλά, πέραν των ανωτέρω, υπάρχει και μια ακόμα σημαντική διάσταση των δηλώσεων των Τεσσάρων.



Οι δηλώσεις αυτές, αποτελούν ΕΥΘΕΙΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΩΝ ΙΔΡΥΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ, ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΩΝ ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ πάνω στις οποίες στηρίχθηκε ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα όπως το γνωρίζουμε, όπως και ό,τι θεωρούμε ως «ευρωπαϊκό κεκτημένο» στο δημοκρατικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.



Συνεπώς, όχι μόνο η Ευρωζώνη, μα η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση τίθεται πλέον, σε ό,τι αφορά την ύπαρξή της, υπό διακύβευση. Ίσως τούτο, να αποτελούσε και μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μια Μεγάλη Συνεννόηση των χωρών που τίθενται εκτός «Πρώτης Ταχύτητας», όχι πάντως στα πλαίσια ενός νέου νομίσματος, μιας και τα ενιαία νομίσματα απαιτούν συνθήκες που δεν υπάρχουν ούτε στην σημερινή Ευρωζώνη, εξ ου και η αποτυχία του ευρώ να λειτουργήσει σε όφελος όλων των χωρών - μελών της, ούτε είναι δυνατό να δημιουργηθούν σε συνθήκες μη ενιαίας κρατικής οντότητας, με ό,τι η τελευταία συνεπάγεται, μια Συνεννόηση, που θα περιλάμβανε ανοικτές αγορές μεταξύ τους και ταυτόχρονα, προστατευτικές οικονομικές πολιτικές εναντίον των χωρών της «Πρώτης Ταχύτητας», μέσω του συντονισμού των νομισματικών και οικονομικών τους πολιτικών. Ταυτόχρονα, πλήρως απελευθερωμένες από τα δεσμά ενός ευρώ και μιας ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής, που φανερά έτειναν στη στήριξη των πιο ισχυρών οικονομιών (και ιδίως της Γερμανίας) και την υποστήριξη των συμφερόντων τους, ενώ είχαν καταστήσει νεκρό γράμμα κάθε έννοια «Σύγκλισης» (αντίθετα η «Απόκλιση» έχει καταστεί εδώ και χρόνια η κρατούσα αντίληψη των πραγμάτων), θα μπορέσουν να επιδοθούν στην ανάταξη των εθνικών τους οικονομιών και στην ανάπτυξη πολυμερών και πολυεπίπεδων διεθνών οικονομικών και διπλωματικών συνεργασιών επωφελών για τη κάθε χώρα, χωρίς να θυσιάζουν οφέλη που θα μπορούσαν να έχουν από μα τέτοια πολιτική, στο βωμό των διεθνών συμφερόντων λίγων ισχυρών κρατών της Ευρώπης (κυρίως της Γερμανίας, αλλά και της Γαλλίας) και κόντρα στα αντίστοιχα δικά τους.



Το ότι το Βερολίνο θα επιχειρήσει να την διατηρήσει εντός της σφαίρας επιρροής του, τις χώρες που «παραδοσιακά» τις θεωρούσε ως τέτοιες, δηλαδή ως χώρες υπό την επιρροή του, αυτό το θεωρώ βέβαιο, και ασφαλώς θα κάνει τα πάντα, ακόμα και ευνοϊκούς γι΄ αυτές όρους οικονομικών συναλλαγών με τις χώρες της «Πρώτης Ταχύτητας», ώστε να μην συνασπισθούν με άλλες χώρες των «κατώτερων ταχυτήτων».



Και σε ό,τι αφορά το ζήτημα της «Σύγκλισης» στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω, η «Σύγκλιση» των πιο αδύναμων και βραδυπορούντων οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (όπως μετεξελίχθηκε από την αρχική ΕΟΚ), αποτελούσε, στο σκέλος της οικονομίας και των αγορών, τον πλέον θεμελιώδη στόχο της. Τι συνέβη ώστε από τον στόχο αυτό να φτάσουμε στον νέο διακηρυγμένο στόχο της Απόκλισης ως μιας αποδεκτής πλέον κατάστασης; Η απάντηση βρίσκεται στο ότι όχι μόνο ο σχετικός στόχος δεν εστίασε στο βαθμό που έπρεπε των διαρθρωτικών αλλαγών στην οικονομία και την δημόσια διοίκηση των προς «Σύγκλιση» χωρών, αλλά, την ίδια στιγμή, προσάρμοσε συστηματικά τις ίδιες τις παραγωγικές τους βάσεις μάλλον προς τις απαιτήσεις των πιο πλούσιων και ισχυρών χωρών, παρά προς τα συμφέροντα των ιδίων. Στη χώρα π.χ., υπήρξε μια συστηματική και μεθοδευμένη απαξίωση και καταστροφή την παραγωγική βάση του πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της οικονομίας μας, και επισήμως το ενδιαφέρον και το βάρος της προσπάθειας εστίαζε ολοένα και πιο ξεκάθαρα, στον τριτογενή τομέα. Αυτό δεν έγινε τυχαία. Έγινε συνειδητά, όχι απλά ως εθνική μα και ως «ενωσιακή» πολιτική.



Την ίδια στιγμή, εκτιμώ, πως το μοντέλο της Νέας Ευρώπης που έχουν κατά νου οι Τέσσερις, θα είναι μια νέα Ευρωπαϊκή Ένωση που θα έχει ενιαίο νόμισμα (το ήδη υπάρχον ευρώ ή άλλο θα φανεί). Δηλαδή : (Νέα) Ευρωπαϊκή Ένωση και (Νέα) Ευρωζώνη, θα συμπίπτουν, δεν θα υφίστανται όπως τώρα η μια ξεχωριστά από την άλλη. Εξ ου και η θέση μου παραπάνω, πως η διακήρυξή τους, δεν αφορά μονάχα την Ευρωζώνη μα και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.



Τώρα : Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα τo ζήτημα είναι κυριολεκτικώς ζήτημα ζωής ή θανάτου η συνέχιση της συμπόρευσής της εντός της Ευρωζώνης αλλά και με τους νυν ισχύοντες όρους εντός της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου παίζονται παιχνίδια που υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητες συμμετοχής της σ’ αυτά. Αν αυτό είναι ΗΔΗ ΑΛΗΘΕΣ σήμερα, είναι ακόμα πιο αληθινό, όταν αναφερόμαστε στη Νέα Ευρώπη των Πολλών Ταχυτήτων, που το μόνο που μπορεί κανείς να φανταστεί για τη συμμετοχή όσων θα επιμείνουν να συμμετάσχουν ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ στη «Πρώτη Ταχύτητα», ενώ είναι πασιφανής η αδυναμία τους, θα είναι η βέβαιη οικονομική και κοινωνική καταστροφή τους.



Μονάχα στα πλαίσια ενός κούφιου ιδεοληπτικού ψευτομεγαλοϊδεατισμού μπορεί η χώρα μας στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι μπορεί να επιβιώσει ανταγωνιστικά στον πιο σκληρό και ταυτόχρονα πιο νεοφιλελεύθερο αγοραίο πυρήνα της Ευρώπης στον οποίο η επιβίωση θα είναι υπόθεση ατομική και υπόθεση ισχύος.



Κι αυτό ισχύει πολύ περισσότερο όχι μονάχα λαμβάνοντας υπόψη την κατεστραμμένη και πτωχευμένη οικονομία μας, μα και το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει στην πιο κρίσιμη καμπή της την πιο ανεπαρκή πολιτική ηγεσία, κυρίως στα κόμματα εξουσίας, παραδοσιακά και νεόκοπα. Αυτό είναι κάτι που δεν απασχολεί τις ίδιες, απασχολεί όμως τον λαό.



Και ιδίως δεν μπορούν να μας δείχνουν την ευρωπαϊκή προοπτική στην πιο απαιτητική της έκφραση και διάσταση όλοι εκείνοι που έφεραν τη χώρα να επιχειρεί να γίνει ανταγωνιστική με χώρες όπως η Βουλγαρία ή η Ρουμανία.



Αυτό δεν είναι απλά ιδεοληπτικός μεγαλοϊδεατισμός, είναι παθολογική βλακεία.



Όμως, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα σημαντικά για το ζήτημα του «Κούφιου Μεγαλοϊδεατισμού», για να μη φτάσουμε σε παρανοήσεις αναφορικά με τη σημασία του να διακατέχεται κανείς από άξιες λόγου «Μεγάλες Ιδέες».



Ο ελληνικός λαός, του αξίζουν οι πιο «Μεγάλες Ιδέες» για το μέλλον και τη προκοπή του.



Ατυχώς, αυτός ο ίδιος λαός, κατατρύχεται διαχρονικά από το Άγος του Κενού στο ζήτημα της πολιτικής του ηγεσίας.





Η Μεγάλη Καταστροφή, ως απόρροια της Κατάρρευσης μιας Μεγάλης Ιδέας (που άξιζε τον κόπο), έρχεται όταν έρχονται σε επαφή αυτά τα δύο : Μια Μεγάλη Ιδέα, με μια Μεγάλη Ανεπάρκεια της Πολιτικής Ηγεσίας και του Πολιτικού Συστήματος γενικότερα, και κυρίως με την έλλειψη Ηγετικών Προσωπικοτήτων.

Ικανοί και ταυτόχρονα Έντιμοι και Πατριώτες Ηγέτες, με την κυριολεκτική σημασία του όρου «Ηγέτης», είναι είδος σε τέλεια ανεπάρκεια, εδώ και πολύ χρόνο. Μπορούμε βέβαια να παρηγορηθούμε πως το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και σε ό,τι αφορά τη γειτονιά μας, πανευρωπαϊκό. Όντως, τούτο είναι αληθές.



Όμως, ας μείνουμε στα καθ’ ημάς.



Η Μετριότητα, στο ζήτημα που μας απασχολεί, δηλαδή της Πολιτικής Ηγεσίας, θεωρείται πια μέγα λαχείο για το τόπο και τον λαό του. Σε βαθμό ώστε το «Μέτριο», λόγω της σπανιότητάς του, να φαντάζει ενίοτε και «Μέγα».



Η πολιτική Ανεπάρκεια στην κυριολεκτική της έννοια, σε σχέση με το ζήτημα της «Ηγεσίας», είναι ο κανόνας.



Η «Ηγεσία», κατάντησε να είναι ζήτημα «διοικητικού τίτλου» : έγινες ας πούμε πρωθυπουργός, υπουργός, επί κεφαλής κάποιοι πολιτικού και πολιτειακού θεσμού;



Είσαι πια «Ηγέτης».



Ασφαλώς, είναι μια κακοποίηση της έννοιας «Ηγέτης», διότι «Ηγέτης», μόνο διοικητικός τίτλος δεν είναι. Άλλωστε, η έννοια της «Ηγεσίας», δεν αναφέρεται μονάχα σε «ανώτερα αξιώματα», και ούτε σημαίνει πως είναι αδύνατο (το αντίθετο θα έλεγα), τα «ηγετικά» προσόντα να εκδηλώνονται και σε επίπεδα της «μέσης και κατώτερης ιεραρχίας», την ίδια στιγμή, που στη κορυφή της ιεραρχίας να έχεις κυριολεκτικά ξεγάνωτους τενεκέδες.



Όπως επίσης, είναι δυνατό, όντως, να έχεις στις κορυφές των ιεραρχικών πυραμίδων των οργανισμών (με την ευρύτατη έννοιά του ο όρος), ανθρώπους με ουσιαστικά ηγετικά προσόντα, οι οποίοι όμως, δρώντας μέσα σε ένα πλαίσιο στενής αλληλεξάρτησης του οργανισμού τους με άλλους οργανισμούς που όμως δεν διαθέτουν άξιες λόγου ηγεσίες, εν τέλει, να αδυνατίζει η προσωπική του ουσιαστική συμβολή όταν προσμετράται η «συνολική» επίδοση του «πλέγματος» των οργανισμών, στο οποίο ο δικός του δεν είναι παρά ένα γρανάζι.



Όμως, μιλώντας σε επίπεδο κυβερνήσεων και άλλων πολιτικών και πολιτειακών θεσμών, που βρίσκονται τόσο ψηλά στην πολιτειακή και κρατική ιεραρχία ώστε να μην υπόκεινται σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό εξάρτησης από αποφάσεις άλλων, ιδίως δε τούτο ισχύει στις τρείς Πολιτειακές Αρχές, την Κυβέρνηση, τη Βουλή και τη Δικαιοσύνη, με σημαντικό βαθμό συνταγματικά αναγνωριζόμενης ανεξαρτησίας της μιας από την άλλη, εκεί πράγματι, μπορούμε να εντοπίσουμε την ύπαρξη ή ανυπαρξία του ηγετικού φαινομένου, σχετικά ευκολότερα από ό,τι σε όλο το υπόλοιπο πλέγμα του πολιτικού και ιδίως κρατικού οικοδομήματος.



Μετά από τη σύντομη αυτή αναφορά μας στο θέμα της «Ηγεσίας», ερχόμαστε πάλι στην αρχή της επισήμανσής μας : Η πολιτική Ανεπάρκεια στην κυριολεκτική της έννοια, σε σχέση με το ζήτημα της «Ηγεσίας» στον τόπο μας, είναι ο κανόνας.



Ασφαλώς και κάποιος, ίσως και όλοι, να διαφωνούν με την θέση αυτή.



Καλώς.



Άλλωστε, δεν γράφω για τις απόψεις άλλων, αλλά για τις δικές μου.



Με αυτό λοιπόν το δεδομένο, έρχομαι να συνδέσω ευθύς, αυτό που εγώ εντοπίζω ως «Κενό Πολιτικής Ηγεσίας» στον τόπο μας, με τον «Κούφιο Οικονομικό Μεγαλοϊδεατισμό».



Προσέξτε δεν μιλώ για την «Μεγάλη Ιδέα» που μπορεί και πρέπει να έχει ο ελληνικός λαός (και θα μπορούσα να το γενικεύσω : ο κάθε λαός), αναφορικά με το μέλλον του και τη προκοπή του, μιλώ για εκείνους που έχουν αναλάβει να υλοποιήσουν αυτή τη «Μεγάλη Ιδέα».



Για να το θέσω ευθύς εξ αρχής πώς αντιλαμβάνομαι το ζήτημα, επισημαίνω την μάλλον κοινότοπη διαπίστωση, πως δεν υπάρχει μεγαλύτερη σπατάλη πόρων και δεν εκτίθεσαι ασφαλέστερα στον κίνδυνο της απογοήτευσης και ίσως της καταστροφής, από το να εναποθέτεις ως λαός και ως έθνος τους πιο φιλόδοξους στόχους σου, τις πιο «Μεγάλες (κατά τα ανωτέρω) Ιδέες» σου, στις πιο ανεπαρκείς πολιτικές ηγεσίες, οι οποίες ασφαλώς, θα ήταν εξαιρετικά παράδοξο αν δεν διαφήμιζαν τους εαυτούς τους ως τους πλέον «ικανούς» και «κατάλληλους» για τα πιο σημαντικά και φιλόδοξα πράγματα, έστω και αν η ιστορία τους, η πολιτική και όσους αφορά και η κυβερνητική, από τότε που άρχισαν να έχουν πολιτικό και κυβερνητικό παρελθόν, είναι μια διαδοχή καταστροφικής παρουσίας, όταν δεν διασώζονται μέσα στην «Μετριότητα», που όπως είπαμε, φαντάζει και ως εξαιρετικά θετικό γεγονός, απλά διότι δεν καταστρέφει.



Έτσι λοιπόν, στις μέρες μας, ζούμε ένα ουσιαστικό και εθνικά υπαρξιακό ζήτημα, που είναι αυτό του να προσδιορίσουμε τις σχέσεις μας και το είδος των σχέσεών μας με την Νέα Γερμανική Ευρώπη, αυτή την Ευρώπη, που πλέον επισημοποίησε τις Πολλές Ταχύτητες, την Απόκλιση και την επίσημη κατάργηση των Ψευδαισθήσεων της Σύγκλισης των «Εταίρων» σε επίπεδο οικονομίας (κυρίως), κοινωνικού κράτους κ.λπ.



Ας το επαναλάβουμε για να χωνέψουμε το αυτονόητο : Η Ευρώπη που ξέραμε ΔΕΝ υπάρχει πλέον.



Επομένως : το ΚΑΘΕ ΣΟΒΑΡΟ ΚΡΑΤΟΣ-ΜΕΛΟΣ, οφείλει να επανεξετάσει ΣΗΜΕΡΑ και όχι όταν θα είναι αργά, ποια είναι η δική του θέση και προοπτικές στη Νέα (Γερμανική) Ευρώπη της Απόκλισης και των Πολλών Ταχυτήτων.



Εδώ, «Οικονομικός Μεγαλοϊδεατισμός» όχι απλά δεν χωρεί, αλλά, σε μια Ευρώπη που θα κινείται με καθαρά αγοραίους όρους, ένας τέτοιος «Μεγαλοϊδεατισμός», είναι βέβαιο ότι, αφού εξαντλήσει τη χώρα οικονομικά μέχρι του σημείου της πλήρους οικονομικής της απαξίωσης, (σε συνδυασμό και με τα Μνημόνια), θα καταλήξουμε σε μια επανάληψη της Καταστροφής στα πλαίσια της προηγούμενης «Μεγάλης Ιδέας», με πολύ όμως χειρότερες οικονομικές συνέπειες.



Έτσι, όταν ακούω το νέο «Πάση Θυσία», που τώρα έχει να κάνει με την παραμονή μας στην «Πρώτη Ταχύτητα της Ευρωζώνης», είναι σαν να βλέπω σε ταινία από «προσεχώς» τη Νέα Μεγαλοϊδεατική Καταστροφή της χώρας.



Όχι διότι ο ελληνικός λαός δεν δικαιούται να έχει φιλοδοξίες.



Μάλιστα ο γράφων, ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ με πολλούς νεομεγαλοϊδεάτες και μάλιστα μνημονιακούς, αυτούς δηλαδή που έβαλαν φαρδιά-πλατιά την υπογραφή τους σε τέτοια κείμενα, ή ψήφισαν τέτοια κείμενα, που μας δρομολογούν σε πορείες «σύγκλισης» με τη Βουλγαρία, την Ρουμανία κ.λπ. ποτέ μου, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΟΥ, δεν συνέκρινα τις προοπτικές που πρέπει να έχουμε ως χώρα και λαός, με άλλες χώρες πέραν εκείνων που ΠΡΟΠΟΡΕΥΟΝΤΑΙ ημών και όχι να κοιτώ αυτές που έπονται, ή που έπονταν πριν την Κρίση.



Συνεπώς, οι πολιτικές ηγεσίες που υπεραμύνονται των Μνημονίων, ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΟΛΕΣ ΟΣΕΣ ΥΠΟΓΡΑΨΑΝ ΚΑΙ ΨΗΦΙΣΑΝ ΜΝΗΜΟΝΙΑ, αυτές οι ηγεσίες, όταν μας λένε πως θα μας κρατήσουν στην «πρώτη ταχύτητα» της Ευρωζώνης, με τα Μνημόνια παρόντα, και θα είναι παρόντα (ως δεσμεύσεις ψηφισμένες) ακόμα και όταν, όποτε, βγούμε στις αγορές, μέσω πολιτικών που δεν μας επιτρέπουν για τις επόμενες δεκαετίες να κάνουμε τίποτα άλλο από το να είμαστε προσδεμένοι στη λιτότητα και σε μόνιμο διαζύγιο με την ανάπτυξη, ασφαλώς αυτές οι «ηγεσίες» κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου, έναν ύπνο όμως, που θα τον πληρώσουμε με εφιάλτες ως λαός.



Η Νέα Γερμανική Ευρώπη των Πολλών Ταχυτήτων, πλέον, έχει κάνει και ανεπίκαιρο το θέμα «ευρώ η εθνικό νόμισμα». Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται, όσοι πιστεύουν, ότι η Ελλάδα με τα Μνημόνιά της, με την οικονομία της κατεστραμμένη, που χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε ειδικές προστατευτικές πολιτικές, νομισματικές, δημοσιονομικές και οικονομικές, πολιτικές που ΔΕΝ μας παρέχουν τα Μνημόνια και οι πρόσφατες εξελίξεις στην ίδια την Ευρώπη, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία, πως το να υποχρεώσεις την ελληνική οικονομία «πάση θυσία» να ακολουθήσει την «Πρώτη Ταχύτητα», είναι σα να αξιώνεις από έναν ασθενή που βρίσκεται ακόμα στην εντατική, να σηκωθεί εσπευσμένως, και να αρχίσει να συναγωνίζεται σε ένα αγώνα δρόμου, τους πιο διάσημους μάλιστα πρωταθλητές!



Αυτό ΔΕΝ σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να «συγκλίνει» προς τους βαλκάνιους γείτονές μας, ΟΠΩΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ τα Μνημόνια. Οι δικές μου φιλοδοξίες είναι απείρως μεγαλύτερες, και ασφαλώς, αν δεν είχε γίνει το έγκλημα του 2010, να μπούμε στα Μνημόνια, σήμερα, η Ελλάδα, ναι, θα ήταν σε θέση να διεκδικήσει τη συμμετοχή της στη «Πρώτη Ταχύτητα», και (πιθανώς) δεν θα γίνονταν όλη αυτή η συζήτηση για «ευρώ ή εθνικό νόμισμα», αν στοιχειωδώς θεράπευε από τότε κάποιες ουσιαστικές διαρθρωτικές της αδυναμίες, κυρίως στο επίπεδο της Διοίκησης.



Όμως, η πολιτική ανικανότητα των πολιτικών μας «Ηγεσιών», έφερε τη χώρα εδώ που την έφερε, και είναι οι ίδιες αυτές «Ηγεσίες», που φορώντας τα στολή του Μεγάλου Ηγέτη, Τιμονιέρη, Οδηγητή, με χέρι τεντωμένο σαν το χέρι του Κολοκοτρώνη στο άγαλμά του στην οδό Σταδίου, το παίζουν Πολέμαρχοι δείχνοντας τη Δύσκολη Πορεία προς τα Εμπρός (αυτό όντως το ομολογούν), σε ένα «στρατό», μια δηλαδή Κοινωνία και ένα Λαό καθημαγμένο και διασωληνωμένο στην εντατική, ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ, απογοητευμένο και ΜΕ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ σε αυτό που αποκαλείται «κυρίαρχο πολιτικό σύστημα» και «πολιτικό σύστημα» (γενικώς), να εμπλακεί σε νικηφόρους μάχες, με ηθικό ακμαίο! Ακόμα κι αν υπήρχε περίπτωση να συνταχθεί κανείς με γενναίο φρόνημα και με το κατάλληλο ηθικό πίσω από ηγεσίες που δεν μπορούν να εμφυσήσουν κανένα όραμα, πάντα μπαίνει το ερώτημα : «Γιατί αυτή η θυσία; Για να παράγω 100, και τα 90 να τα πάνε στο Βερολίνο και στη μισθοδοσία των τεχνοκρατών του ΔΝΤ»;



Συνεπώς, σ’ αυτό τον «Οικονομικό Μεγαλοϊδεατισμό», πράγματι μπορεί κανείς να πει :

«Πού πας ρε Καραμήτρο»; (Για να θυμηθώ μια πολύ γνωστή ατάκα από παλιά διαφήμιση που άφησε εποχή)…