Οι προϋποθέσεις και ευθύνες συγκρότησης του Αντιμνημονιακού Τόξου και το περιεχόμενο του «Αντιμνημονιακού» όρου…

Βασίλης Δημ. Χασιώτης 

Πριν μιλήσω για το «Αντιμνημονιακό Τόξο», είναι ανάγκη να αποσαφηνιστούν λίγα πράγματα σχετικά με το ίδιο το περιεχόμενο της λέξης «Αντιμνημονιακός» και επομένως της λέξης «Αντιμνημόνιο».

Ποιο είναι το περιεχόμενο «Αντιμνημονιακός»; Απλά εκείνος που αντιτίθεται στα Μνημόνια;

Όχι!

Είναι εκείνος που ΕΚΤΟΣ από την κατάργηση των Μνημονίων ως συγκεκριμένων πολιτικών αγωνίζεται και για την εξάλειψη εκείνων των πολιτικών αιτίων που μας οδήγησαν στα Μνημόνια, όπως (η αναφορά είναι ενδεικτική) :

Το αίτημα για λογοδοσία (συλλογική ΚΑΙ ατομική) των φορέων της Πολιτειακής και Πολιτικής Εξουσίας, κάτι που έχει .......
καταργηθεί στη πράξη.

Το αίτημα για την απόδοση πολιτικών και όπου χρειάζεται και νομικών (αστικών και ποινικών) ευθυνών, μέσα από μια διαδικασία που θα οδηγεί σε αποκαλύψεις και όχι σε συγκαλύψεις και συγχύσεις.

Το αίτημα Αποστράτευσης και του οριστικού διαζυγίου Λαού-Παλαιοκομματισμού και Νεοπαλαιοκομματισμού.

Είναι το κατεπείγον διαζύγιο με την διαχρονικά Διαπλεκόμενη Αθλιότητα του Παλαιοκομματισμού με ιδιωτικά μεγάλα κυρίως συμφέροντα, αλλά και με κάθε άλλο συμφέρον που δρα διαλυτικά στην Δημοκρατία, το Κοινωνικό Κράτος, την υγιή Οικονομία και τον ανταγωνισμό.

Είναι η ενεργή προώθηση της λαϊκής συμμετοχής στην λήψη σημαντικών (εθνικών ΚΑΙ τοπικών) αποφάσεων, μέσω Δημοψηφισμάτων, και σε κάθε περίπτωση, για ζητήματα που θεωρούνται Μείζονα Εθνικά Θέματα.

Είναι η ανάκτηση της Εθνικής μας Κυριαρχίας, όχι μέσω του απομονωτισμού, αλλά, με ενεργή Πολυμερή και Πολυεπίπεδη Διεθνή Παρουσία και Δράση, μέσω όμως Ισότιμων Σχέσεων Αλληλεξάρτησης, στις οποίες το κάθε συμμετέχον μέλος θα παραιτείται οικειοθελώς ΑΚΡΙΒΩΣ από τόσους «βαθμούς ελευθερίας» του, από όσους θα παραιτείται και ΤΟ ΚΑΘΕ ΑΛΛΟ αντισυμβαλλόμενο στη Σχέση μέλος, ώστε η αλληλεξάρτηση να μην μεταβάλλεται σε Εξάρτηση, όπως συμβαίνει με τη χώρα μας σήμερα.

Είναι η ανάκτηση της Εθνικής Παραγωγικής μας Βάσης, μέσω της Πολυμερούς και Πολυεπίπεδης Ανάπτυξης όλων των πλουτοπαραγωγικών μας πηγών και πόρων, με την συνδρομή τόσο του ιδιωτικού όσο και του Δημόσιου Τομέα, που θα δρουν όχι ανταγωνιστικά μα συμπληρωματικά και αλληλοενισχυτικά. Εδώ, ίσως θα μπορούσε να προβλεφθεί ένα είδος «Κολλεγίου των Εθνικών Εταίρων», με συμμετοχή εκπροσώπων των πιο σημαντικών οικονομικών και κοινωνικών φορέων, με τη συμμετοχή του Κράτους, της Βουλής και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που θα εξετάζουν ζητήματα όχι μονάχα συντονισμού της Εθνικής Προσπάθειας για Ανάπτυξη και Κοινωνική Δικαιοσύνη, μα και επίλυσης ζητημάτων συντονισμού όπως και αποτελεσματικότητα και απλοποίησης των κρατικών πολιτικών εκεί όπου αναδεικνύονται στρεβλώσεις, και κυρίως, την επίτευξη συμφωνιών των Εθνικών Εταίρων, που να εξασφαλίζουν ένα μακροπρόθεσμο πλαίσιο ομαλής και αποτελεσματικής λειτουργίας του Κράτους και της Οικονομίας, μα και τη διασφάλιση της απαραίτητης Κοινωνικής Συναίνεσης, μέσω της δίκαιης διάχυσης των Δημοσίων Βαρών ΚΑΙ των Ωφελειών του Εθνικού Προϊόντος και του Εθνικού Εισοδήματος, η οποία θα έχει καταλυτικές συνέπειες στην καλή ψυχολογία και το καλό κλίμα στη χώρα.

Κάπως έτσι θα μπορούσε να περιγραφεί, ενδεικτικά, το περιεχόμενο του Αντιμνημονιακού Προτάγματος, και ό,τι έχει σημασία εν προκειμένω, είναι ακριβώς αυτό που επισημάνθηκε στην αρχή : πως ΔΕΝ έχει νόημα να έχεις αντιμνημονιακή θέση, ΧΩΡΙΣ να έχεις θέση για το πώς ΔΕΝ θα ξαναγλυστρίσουμε σε Μνημονιακού τύπου καταστάσεις, και μερικές προϋποθέσεις είναι, κατά την άποψή μου, αυτές που παραπάνω περιγράφηκαν.

Έρχομαι τώρα, στο ζήτημα της συγκρότησης του Αντιμνημονιακού Τόξου.

Ευθύς εξ αρχής, θάθελα να επισημάνω, πως το φαινόμενο της πολυδιάσπασης του Πολιτικού Αντιμνημονιακού Τόξου, ιδίως στις μέρες μας, όταν οι αντιμνημονιακές πολιτικές δυνάμεις που ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ (2010) της Μνημονιακής μας Περιόδου  αποτελούσαν ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΑ, ακριβώς το ίδιο ποσοστό που σήμερα αποτελεί το Κοινοβουλευτικό Μνημονιακό Τόξο (που αποτελείται από όσα κόμματα έχουν ψηφίσει μέχρι σήμερα Μνημόνια ή στηρίζουν πέραν κάθε αμφιβολίας τα Μνημόνια), είναι ένα φαινόμενο που αξιολογείται ΑΡΝΗΤΙΚΑ από τον λαό, που στη συντριπτική του πλειοψηφία είναι αντιμνημονιακός, όχι τόσο των πολλών πολιτικών-κομματικών φορέων που κάθε λίγο ξεφυτρώνουν, όσο για το ότι διαπιστώνεται πως υπάρχει μια δυστοκία συνεννόησής τους, ώστε να συνεργαστούν και λειτουργήσουν για τον λόγο που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκαν.

Εν προκειμένω, η δυστοκία αυτή, εν μέρει προέρχεται από δύο λόγους, για μένα εξαιρετικά ορατούς :

Ο ένας είναι το γεγονός ότι κάποιοι από τους πολιτικούς αυτούς φορείς του Αντιμνημονιακού Τόξου, πέραν της συμφωνίας τους ως προς ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ (ή ακόμα και το Κοινωνικό) περιεχόμενο των Μνημονίων, έχουν σημαντικές διαφορές σε ό,τι μπορεί αν αποκληθούν «Εθνικά Θέματα», κι αυτό συμβαίνει κυρίως μεταξύ των Αριστερών και Μη Αριστερών Αντιμνημονιακών Δυνάμεων.

Ο άλλος είναι, πως ακόμα και εντός του ίδιου ιδεολογικού χώρου, υπάρχουν Αντιμνημονιακές Δυνάμεις, οι οποίες, όπως και παραπάνω, πέραν της συμφωνίας τους ως προς ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ (ή ακόμα και το Κοινωνικό) περιεχόμενο των Μνημονίων, έχουν κι αυτές σημαντικές διαφορές σε ό,τι μπορεί αν αποκληθούν «Ιδεολογικά Θέματα», κι αυτό κατά την άποψή μου, παρατηρείται περισσότερο μεταξύ των Αριστερών  και Κεντροαριστερών Αντιμνημονιακών Δυνάμεων.

Τέλος, υπάρχει και ένα ζήτημα «Ηγεσίας» του Αντιμνημονιακού Τόξου. Ποιος ή ποια δηλαδή, θα το εκπροσωπεί. Εδώ, όπως άλλωστε και σε κάθε πολιτικό ή κομματικό σχηματισμό, προβλέπονται «συλλογικά όργανα» και «συλλογικές αποφάσεις», όμως, στην ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ, το ποιος ή ποια ηγείται ενός πολιτικού ή κομματικού σχηματισμού, έχει τεράστια σημασία, αν θέλουμε να έχουμε επαφή με τον πολιτικό ρεαλισμό. Είναι άλλο πράγμα οι ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ διαδικασίες και άλλο πράγμα η παρουσία και εκπροσώπηση ενώπιον του λαού και της κοινωνίας. Άλλωστε, οι «συλλογικές αποφάσεις», ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ, δεν μπορούν παρά ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ να διατυπωθούν (εδώ το να «ληφθούν» δεν έχει έννοια : μάλλον «νομιμοποιούν» (ή όχι)), όταν έκτακτες και επείγουσες εξελίξεις επιβάλλουν τη λήψη αποφάσεων ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, και σε χρόνους που δεν επιτρέπουν ούτε τη σύγκλιση «συλλογικών οργάνων», ούτε την λήψη «συλλογικών αποφάσεων», και ασφαλώς, εκείνος ο «Ηγέτης» που δεν θα αναλάβει την πρωτοβουλία, την ευθύνη και το κόστος να λάβει απόφαση για την αντιμετώπιση τέτοιων εξελίξεων, ούτε «Ηγέτης» θα είναι, μια ούτε από τον λαό θα επικροτηθεί η εμμονή του στη «συλλογικότητα». «Ηγέτες» χωρίς τις αναγκαίες εξουσιοδοτήσεις και τον αναγκαίο βαθμό ελευθερίας στη δράση τους, είναι καταδικασμένοι στην αποτυχία, πέραν του ότι ο κόσμος μπορεί και να διερωτάται αν αυτή η κατακηδεμόνευση από τη «συλλογικότητα» είναι απλά ένα ιδεολογικό ζήτημα ή ζήτημα, εν τέλει, αμοιβαίων καχυποψιών μεταξύ των μελών της όποιας «συλλογικότητας». Και ασφαλώς, μονάχα όποιος δεν έχει διδαχτεί από την ίδια την Πολιτική Ιστορία, εθνική και παγκόσμια, δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία του ρόλου της «Ηγεσίας» και του «Ηγέτη» - Εκπροσώπου μιας πολιτικής Δύναμης ή Κόμματος.

Αν συνεπώς, κάπως έτσι έχουν τα πράγματα, τότε είναι προφανές, ότι τα μηνύματα για τις τρέχουσες Αντιμνημονιακές Δυνάμεις, σε ό,τι αφορά την προοπτική συνεργασίας τους, είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά, αλλά, επίσης, είναι και εντελώς λάθος, αν η δυνητική τους συνεργασία, έχει ως βάση την προϋπόθεση, εκτός της σύγκλισής τους ως προς το ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ περιεχόμενο των Μνημονίων, ΚΑΙ ένα minimum ιδεολογικών συγκλίσεων. Αν συμβαίνει αυτό το τελευταίο, οι προοπτικές είναι δυσοίωνες, διότι, αν πρόκειται να μη θεωρηθεί καρικατούρα το όποιο minimum ΚΑΙ «ιδεολογικής σύγκλισης», τότε, θα πρέπει να γίνουν και ουσιαστικές συγκλίσεις (δηλαδή, αμοιβαίες υποχωρήσεις) και σε πτυχές των σκληρών ιδεολογικών πυρήνων, που το θεωρώ τελείως απίθανο.

Επομένως : τι μπορεί να γίνει;

Ό,τι το πιο απλό, και ταυτόχρονα το πιο ρεαλιστικό και αποτελεσματικό.

Μια συνεργασία ΟΛΩΝ των Αντιμνημονιακών Δυνάμεων, με ορίζοντα κυβερνητικής συνεργασίας τον απολύτως απαραίτητο για να καταργηθούν τα Μνημόνια και η χώρα με ασφάλεια εισέλθει στην Μεταμνημονιακή Περίοδο, βάσει συγκεκριμένου προγράμματος που θα εγκριθεί από το λαό με Δημοψήφισμα, μια περίοδο που την εκτιμώ σε μια πλήρη διετία με τριετία. Σε ό,τι αφορά τα μείζονα εθνικά (και κοινωνικά) ζητήματα, επαναφέρω παλαιότερη θέση μου, που όμως προκύπτει και από τα παραπάνω, ότι είναι πρώτης τάξεως ευκαιρία, επίσης μέσω Δημοψηφίσματος, να τεθούν υπό την κρίση του ελληνικού λαού, ώστε τουλάχιστον να πάψουν οι συχνά αντικρουόμενες αναφορές στην «λαϊκή βούληση και θέληση» επ’ αυτών, και από εκεί και πέρα, με βάση την θεωρούμενη ως δεδομένη πειθάρχηση στη «λαϊκή εντολή», ΟΛΕΣ οι συνιστώσες του κυβερνώντος Αντιμνημονιακού Τόξου, να κυβερνήσουν με βάση την λαϊκή εντολή τον τόπο, για την κρίσιμη πρώτη Μεταμνημονιακή Περίοδο. Τουλάχιστον γι’ αυτή.