Η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα είναι μοιραία και μη αναστρέψιμη

Του Ανδρέα Θεοφάνους

Όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974 διακήρυξε ότι στόχος της ήταν η αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και η προστασία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Με την πτώση της Χούντας στην Αθήνα και του πραξικοπηματικού καθεστώτος στη Λευκωσία ο Προεδρεύων...
Γλαύκος Κληρίδης εισηγήθηκε στον Ραούφ Ντενκτάς επιστροφή στο Σύνταγμα του 1960. Ο Ντενκτάς και η Άγκυρα είχαν προαποφασίσει ότι «ήταν πλέον πολύ αργά».

Μετά την ολοκλήρωση των στρατιωτικών της επιχειρήσεων στην Κύπρο η Τουρκία συνέχισε να έχει ως αμετάθετο στόχο τον παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αντικατάστασή της από μια νέα τρικέφαλη οντότητα όπου καμία σοβαρή απόφαση δεν θα λαμβάνεται χωρίς τη συναίνεση της τουρκοκυπριακής πλευράς. Προφανώς μια τέτοια εξέλιξη συνεπάγεται την προτεκτορατοποίηση της Μεγαλονήσου. Αυτό θα είναι αρνητικό για τον κυπριακό Ελληνισμό, τον ευρύτερο Ελληνισμό αλλά και για την ίδια την ΕΕ.

Είναι επίσης καθοριστικής σημασίας να κατανοηθεί ότι σε συμβολικό επίπεδο η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα αποτελέσει επιβράβευση του δίδυμου εγκλήματος του 1974 – του χουντικού πραξικοπήματος καθώς και της τουρκικής εισβολής. Αποτελεί απρονοησία να θεωρείται ότι αυτό το ζήτημα στερείται σημασίας.

Όλα αυτά τα χρόνια η ελληνοκυπριακή πλευρά προέβη σε πολύ σοβαρές υποχωρήσεις για επίλυση του Κυπριακού. Αποδέχθηκε την ομοσπονδία, τη διζωνικοτήτα και την πολιτική ισότητα. Και το πλαίσιο της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας όπως συζητείται σήμερα έχει μετακινηθεί κοντά στις τουρκοκυπριακές θέσεις. Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ των σημερινών θέσεων της ελληνοκυπριακής ηγεσίας σε σχέση με το τι αποδέχθηκε ο Μακάριος και ο Κυπριανού με τις συμφωνίες υψηλού επιπέδου του 1977 και 1979.

Η τουρκική πλευρά στη σημερινή συγκυρία παρουσιάζεται αμετακίνητη στη θέση για κατάργηση και αντικατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας αναμένοντας ότι τελικά οι Ελληνοκύπριοι θα υποχωρήσουν και σε αυτό το ζήτημα. Κατά τη διάρκεια του Σχεδίου Ανάν υπήρχε προσπάθεια να ξεπερασθεί και αυτός ο σκόπελος διαμέσου της εποικοδομητικής ασάφειας.

Θα ήταν αυτοκτονία εάν η ελληνοκυπριακή ηγεσία απεμπολήσει την Κυπριακή Δημοκρατία καθώς και το Πρωτόκολλο 10 με τα οποία ενταχθήκαμε στην ΕΕ το 2004. Ούτε και η λύση μπορεί να καταστεί πρωτογενές δίκαιο όπως απαιτεί η τουρκοκυπριακή πλευρά. Κάτι τέτοιο ακυρώνει απόλυτα το θεσμικά κατοχυρωμένο στρατηγικό μέρισμα ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο έχει συσσωρευθεί από το 2004 ως αποτέλεσμα της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ.

Οι δηλώσεις Τουρκοκυπρίων και Τούρκων αξιωματούχων για τον παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία μιας νέας κρατικής οντότητας είναι απανωτές και χωρίς περιστροφές. Η Τουρκία κατ’ επανάληψιν αναφέρεται σε εκλιπούσα Κυπριακή Δημοκρατία και στην ανάγκη για μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Αλλά και η εκάστοτε τουρκοκυπριακή ηγεσία, περιλαμβανομένου και του Μουσταφά Ακιντζί, στηρίζει την πολιτική για έναν νέο συνεταιρισμό και του παραμερισμού του νόμιμου κράτους. Και τούτο παρά το γεγονός ότι σχεδόν 100.000 Τουρκοκύπριοι έχουν εξασφαλίσει ταυτότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ενώ απαιτείται καθολική βούληση για αγώνα με στόχο τον τερματισμό του status quo και της αποκατάστασης της ενότητας της χώρας, δεν πρέπει να οδηγηθούμε σε μια διευθέτηση, η οποία να επιδεινώνει την υφιστάμενη κατάσταση. Είναι καθοριστικής σημασίας με όραμα και πυξίδα να συνεχίσουμε παρά τις αντιξοότητες. Η πραγματικότητα είναι ότι η κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ανεκτίμητης αξίας. Μόνο με ένα ισχυρό και αποτελεσματικό κράτος είναι δυνατή η εθνική και φυσική μας επιβίωση. Είναι επίσης σημαντικό να υπάρχει σφαιρική αντίληψη για την ιστορία αλλά και ολοκληρωμένη πολιτική για το Κυπριακό. Το δεύτερο δεν επιτυγχάνεται χωρίς το πρώτο. Υπογραμμίζεται επίσης η σημασία της αφηγηματικής επεξήγησης και της ηθικής υπεροχής. Ενώ ο χρόνος είναι αδυσώπητος δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε τη σημασία της συνεχούς ενίσχυσης της κρατικής υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα ήταν πράξη αυτοκτονίας λόγω της πίεσης χρόνου καθώς και ευσεβών πόθων να γίνει αποδεκτή μια λύση που να παραμερίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.

Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

mignatiou.com