Σταύρος, ο «μεταμεσονύκτιος πλακατζής»

γράφει ο Κων/νος Σπ. Δρακάτος







Η ψυχολογία διδάσκει, μεταξύ άλλων, ότι ο άνθρωπος δεν αντέχει την υπερβάλλουσα ψυχολογική  πίεση που μπορεί να προέρχεται από εξαιρετικά θλιβερά γεγονότα όπως π.χ. ο θάνατος. Χαρακτηρίστηκες είναι οι ιστορίες που αφηγούνται οι παλαιότεροι και έχουν καταγραφεί και στην λαογραφία μας, για το τι συνέβαινε κατά την διάρκεια του «ξενυχτίσματος» του νεκρού, στο σπίτι, μεταξύ των γυναικών που με αυτόν τρόπο συμπαραστέκονταν στην οικογένειά του. Λένε ότι ο θρήνος και τα μοιρολόγια διαρκούσαν μέχρι αργά το βράδυ, η ένταση των οποίων όμως σιγά σιγά μειωνόταν, μέχρι ....
του σημείου τις πρώτες πρωινές ώρες, να έχουν ξεχάσει, σχεδόν, τον νεκρό και η όλη ατμόσφαιρα, με τα γέλια και τα πειράγματα, πολλές φορές πικάντικα και με σεξουαλικά υπονοούμενα, να έχει αλλάξει εντελώς. Ήταν η φυσιολογική ανάγκη για ψυχολογική αποφόρτιση. 



Την ιστορία αυτή μου έφερε στον νου η σημερινή εικόνα του πολιτικού μας προσωπικού, σαν τις «μοιρολογίστρες» στο «ξενύχτι του νεκρού» της οικονομίας μας, στις πρώτες μεταμεσονύχτιες ώρες της ψυχολογικής  αποφόρτισης. Στον ρόλο του «πλακατζή», που ανατρέπει το κλίμα της ανυπόφορης θλίψης βρέθηκε, σαν από μηχανής θεός, ο Σταύρος Θεοδωράκης με το «Ποτάμι» του. Τα προσόντα του Σταύρου στον ρόλο αυτό πολλά και σημαντικά, με κυριότερο ότι κανείς από το περιβάλλον εκεί, δεν περίμενε κάτι τέτοιο από αυτόν, γιατί μέχρι τότε δεν είχε δείξει τέτοια τάση. Από το παρελθόν βέβαια είχε την εικόνα του lifestyle τύπου, με επιμελημένα «ανέμελο» ντύσιμο και «ελαφρού» χιουμορίστα, αλλά όχι του «πλακατζή» με την έννοια του κωμικού, σαν τον Χαϊκάλη π.χ., που όπως λέει ο ίδιος, το είχε μέσα του. Αυτός όμως, φαίνεται, ότι ήταν και ο λόγος της επιτυχίας του: έκανε το μπαμ, που λέμε.



Τώρα, φεύγοντας από τα ανθρώπινα μακάβρια και ερχόμενος στα καθημερινά πολιτικά μας (μακάβρια, δυστυχώς, κι’ αυτά), θέλω να σχολιάσω την περίπτωση Θεοδωράκη γιατί στο πρόσωπό του βλέπω συγκεντρωμένα όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Σταύρος έχει συντελέσει σε αυτή την κατάσταση, περισσότερο από κάθε άλλο πολίτη αυτής της χώρας. Απλά, θέλησε ο ίδιος να παίξει τον ρόλο του «ξόανου» (με την έννοια του ξύλινου αγάλματος με τις κάποιες θεϊκές «αρετές» και όχι βέβαια την λαϊκή μεταφορική έννοια), που μάλλον δεν του πάει και θα εξηγήσω γιατί.



Πρώτα-πρώτα, ως δημοσιογράφος αλλά και ως άτομο, έχει δημιουργήσει την εικόνα του σοβαρού επαγγελματία και αξιοπρεπούς ανθρώπου. Εγώ τουλάχιστον δεν έχω ακούσει κανένα σούσουρο από τα συχνά «λεγόμενα» για άλλους, του χώρου του. Εδώ όμως, ίσως, κρύβεται και το μυστικό της μικρής του «επανάστασης», ώστε να ασχοληθεί «από μέσα» που λένε, με την «μαχόμενη» πολιτική (με τα εισαγωγικά δείχνω την αμφισβήτηση των πραγματικών εννοιών των λέξεων, στην προκειμένη περίπτωση). Δηλαδή, μέχρι στιγμής δεν είμαι βέβαιος  ότι κατανοεί τι ακριβώς θέλει να κάνει, ως πολιτικός και γι’ αυτό τον χαρακτηρίζω «πλακατζή».  Αυτό το συνάγω από τα λεγόμενά του στα διάφορα MME και την γενική ελαφροξένιαστη εμφάνισή του, κυρίως από την συνέντευξή του, στον Βασίλη Νέδο, στα ΝΕΑ, πριν από λίγες ημέρες και την πρόσφατη εμφάνισή τους στο MEGA.



Ας τα πάρουμε με την σειρά. Σε ερώτηση: Ξέρετε τι πρέπει να κάνετε για τη χώρα ή θα αυτοσχεδιάσετε; Με ποιες θέσεις;
Απάντηση: Το «Ποτάμι» έχει συγκεκριμένες θέσεις όσο κανένα άλλο ελληνικό κόμμα, εξαιρουμένου ίσως του ΚΚΕ. Δεν αστειεύομαι. Μπείτε στα σάιτ των κομμάτων και ψάξτε να βρείτε τις θέσεις τους για την Ε.E. Ή δεν θα έχουν καθόλου ή θα βρείτε ευχολόγια και αοριστίες. Για μας είναι ξεκάθαρα τα πράγματα, γεγονός που αναγνωρίζουν και οι συνομιλητές μας στην Ευρώπη.



Παρακάτω όμως και σε άλλη ερώτηση φαίνεται ότι τα «ξεκάθαρα πράγματα» δεν είναι και πολύ  ή μάλλον καθόλου ξεκάθαρα. Λέει: Το «Ποτάμι», έχει πει ένας φίλος, είναι μια πλατφόρμα πολιτικής καινοτομίας. Προσπαθούμε να εφεύρουμε ένα νέο είδος πολιτικής. Με λιγότερες προειλημμένες αποφάσεις και περισσότερο προβληματισμό. Προσέξτε τώρα πως «γλώττα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει». Λέει «να εφεύρουμε», που σημαίνει να βρούμε κάτι που δεν υπάρχει τώρα. Προηγουμένως όμως είχε πει ότι «Το «Ποτάμι» έχει συγκεκριμένες θέσεις όσο κανένα άλλο ελληνικό κόμμα, κλπ…». Δεν έχει πλάκα ο Σταύρος;



Στο MEGA πάλι είπε: «Εμείς δεν έχουμε το manual της πολιτικής με απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα. Εμείς έχουμε συγκεκριμένες αρχές και μετά τις ευρωεκλογές και αφού θα έχει γίνει η καταγραφή της δύναμης του Ποταμιού, θα παρουσιαστεί η πλατφόρμα των θέσεων του κόμματος, το εθνικό σχέδιο δράσης, ώστε να δούμε με ποιους μπορούμε να κυβερνήσουμε». Μα, βρε Σταύρο μας, ο όρος «manual» σημαίνει ακριβώς αυτό, δηλαδή ότι περιέχει «συγκεκριμένες αρχές» και οδηγίες. Αν λοιπόν δεν έχετε manual δεν έχετε και «συγκεκριμένες αρχές», ή το αντίθετο, αν έχετε «συγκεκριμένες αρχές» έχετε και manual. Διάλεξε όποιο προτιμάς, αλλά και τα δύο δεν γίνεται, γιατί άλλο η πλάκα που ανακουφίζει τον πόνο και άλλο η πολιτική πλάκα που παίζει με τον πόνο του άλλου.



Τώρα, αν συνδυάσουμε όλα τα παραπάνω και με την γενικά εμφανισιακή του εικόνα, θα καταλάβουμε ότι πράγματι λειτουργεί χωρίς manual, δηλαδή χωρίς «συγκεκριμένες αρχές», που μπορεί να σημαίνει πολλά και ίσως δυσάρεστα. Και δεν αναφέρομαι καθόλου στην καθημερινή του εμφάνιση, γιατί είπαμε είναι ελαφροξένιαστη. Άλλο αυτό όμως και άλλο να «κρεμάς», δηλαδή φορεμένο στον ένα ώμο, αλά Παπακωνσταντίνου (τι πλάκα κι’ αυτός), ένα άδειο σακίδιο, γιατί δεν πιστεύω να είχε μαζί του ξηρά τροφή ή άλλα χρειώδη για διαβίωση στην ύπαιθρο, όταν πας να επισκεφθείς τον πρόεδρο π.χ. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλες.


Μ’ αυτά και μ’ αυτά όμως, ο Σταύρος θέλει να μετρήσει τις πολιτικές του δυνάμεις, δηλαδή σε πόσους αρέσουν αυτές οι «πλάκες». Το δήλωσε, εξ’ άλλου καθαρά στην συνέντευξή του: «στόχος μας» είπε « είναι να είμαστε όσο το δυνατόν πιο κοντά από πλευράς ποσοστών στα δύο κόμματα εξουσίας. Μόνο έτσι θα μπορούμε να επιβάλουμε συνεργασίες». Που ξέρεις; Λαός είναι αυτός… μπορεί να το δούμε κι’ αυτό.