Όταν σε παίρνω στην αγκάλη
θαρρώ διαβάζεις την ψυχή μου,
τα δάχτυλα μου διαφεντεύεις
και γαληνεύεις το κορμί μου.
Τις μαύρες σκέψεις μου τις παίρνεις
τις ξεθωριάζεις και τις σβήνεις,
της κάθε πίκρας το ποτήρι
με άσπρο πάτο όλο πίνεις.
Παίρνεις το χτύπο της καρδιάς μου
τον κυνηγούν τα δάχτυλα μου
και στην ψυχή κάνουν βεγγέρα.
Και η ψυχή το παραθύρι
της μοναξιάς της ξεκλειδώνει,
αν έχει εσένα συντροφιά της