Η πολιτική του λαϊκισμού και η πιθανότητα ανατροπής του

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου 
 
Ο λαϊκισμός συνδέεται συνήθως με τον πολιτικό λόγο που κολακεύει τον λαό. Υπάρχει όμως και μια μορφή λαϊκισμού που εκφράζεται ως ύβρις εναντίον του  λαού. Η τελευταία δεν αποτελεί άλλο είδος του φαινομένου, αλλά αποκλειστικά την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Όταν ο λαϊκιστής πολιτικάντης ζητεί την ψήφο, συνήθως κολακεύει αφηρημένα το εκλογικό σώμα, ενώ όταν επιδιώκει να νομιμοποιήσει αυταρχικές επιλογές του βρίζει εκείνες τις ομάδες του πληθυσμού που πλήττονται αμέσως από αυτές. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μεγάλων λαϊκιστών ηγετών έχει παρατηρηθεί η κολακεία και το βρίσιμο εναντίον του λαού να αλληλοσυνδέονται στο πλαίσιο ακόμα και της ίδιας ομιλίας που εκφωνεί ο πολιτικάντης. Αυτή η στάση έφτιαξε σχολή, την οποία ακολουθούν συνειδητά ή μιμούνται όλοι όσοι αναλαμβάνουν την ηγεσία με την πεποίθηση ότι αποτελούν μικρές ή μεγαλύτερες θεότητες, εξουσιοδοτημένες από κάποια μεταφυσική δύναμη να αλλάξουν τον κόσμο.
Στην πραγματικότητα οι τελευταίοι εκδηλώνουν αυτό το είδος του λαϊκισμού «διπλής όψεως», για να μοιάσουν σε μεγάλες ηγετικές μορφές της ιστορίας. Αν μάλιστα ερευνήσετε το φαινόμενο βαθύτερα ίσως....... τότε εντοπίσετε την πηγή αυτής της πολιτικής κουλτούρας στις κοινωνικο-ηθικές ρίζες του μονοθεϊσμού και της πατριαρχίας.

Με αυτή την έννοια ας δείξουμε κατανόηση για την συνολική  στάση του Γιώργου Παπανδρέου. Είναι πλέον εμφανές ότι ο άνθρωπος κάπου άκουσε για την διαβουλευτική δημοκρατία, αλλά δεν μπόρεσε να την καταλάβει, καθώς η πολιτική του κουλτούρα ήταν σταθερά πακτωμένη στον λαϊκισμό, μέσω μονοθεϊστικών αναπαραστάσεων της πολιτικής εξουσίας. Έτσι καταλήξαμε ένας κατεξοχήν λαϊκιστής να καταφέρεται εναντίον του λαϊκισμού των υπολοίπων αρχηγών των κομμάτων της βουλής, βρίζοντας και κολακεύοντας ταυτόχρονα τον ελληνικό λαό. Πεταχτό φιλάκι και μετά χαστουκάκι, για να ακολουθήσει θερμός ασπασμός και μετά σφαλιάρα. Άμα συνηθίσεις ως υπήκοος και όχι ασφαλώς ως πολίτης, αυτήν τη συμπεριφορά δεν αποκλείεται και να σου προσφέρει κάποιο είδος συμπλεγματικής ικανοποίησης, μόνον που αυτό το «πράγμα» δεν έχει σχέση με την δημοκρατία και καμία απολύτως  αναλογία με την διαβουλευτική άσκηση της εξουσίας στις  (αστικές) δημοκρατίες.

Δεν νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα διασκεδαστικό να παρακολουθείς αυτούς που ευαγγελίστηκαν τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό του πολιτικού λόγου και της πολιτικής πρακτικής, να λαϊκίζουν ανυπόφορα. Είναι μάλλον ανθυγιεινό πλέον. Ποιός άνθρωπος, αλήθεια, ακούγοντας τον πρωθυπουργό χθες το βράδυ να μιλά από το βήμα της βουλής θα μπορούσε να ασκήσει επιμέρους κριτική στην οικονομική παραδοξολογία που ανέπτυξε; Αυτός δεν ήταν υπερβατικός λόγος, ήταν μεταφυσικό πόνημα που καταριόταν την αναθεματισμένη την ανάγκη στην οποία βρέθηκε η χώρα εξαιτίας του αμοραλισμού της προηγούμενης κυβέρνησης. Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκαν και οι περισσότεροι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Η ανάγκη μας έσπρωξε στην πολιτική «πορνεία». Αυτή μας οδήγησε στην αναστολή της πολιτικής ηθικής μας και της ιδεολογίας μας, μοιάζει να λένε με ένα στόμα μια φωνή σοσιαλιστές του τρίτου και του τέταρτου δρόμου. Και όλα αυτά διότι οι δεξιοί κυβερνήτες δεν έκαναν το καθήκον τους: δεν επέβαλαν πιο εξοντωτικά μέτρα λιτότητας, ώστε εμείς σήμερα να έχουμε την δυνατότητα να ασκήσουμε την παραδοσιακή φιλοπελατειακή πολιτική του ΠΑΣΟΚ, μοιάζει να υπαινίσσονται. Και έχουν δίκιο. Πράγματι η ΝΔ υπηρετώντας το πελατειακό ιδεολόγημα σε ένα πελατειακό κράτος, για δικό της όφελος, στέρησε την δυνατότητα στο σημερινό ΠΑΣΟΚ να εξυπηρετήσει το κομματικό του πελατειακό σύστημα στο βαθμό που θα επιθυμούσε, σύμφωνα με τους ιδεολογικούς του προσανατολισμούς ασφαλώς! Έτσι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ καταλήγουν σήμερα να απολογούνται στους ψηφοφόρους τους, επειδή αναγκάζονται να προδώσουν την «ιδεολογία» τους, που δεν είναι διαφορετική από εκείνη της ΝΔ. Προδίδουν το ιδεολόγημα της πολιτικής πατρωνίας, δίχως όμως να απαρνούνται τον λαϊκισμό που συνδέεται με αυτό, καθώς προφανώς επιθυμούν να συντηρήσουν το πελατειακό κράτος, στο βαθμό που μπορούν σήμερα και να το δοξάσουν στο μέλλον, στο μέτρο που η χώρα επιτύχει μετά την φτωχοποίηση να περάσει στην ανάπτυξη.

Όταν λοιπόν βρίζουν τον λαό λέγοντας: «τα φάγαμε όλοι μαζί», είναι σαν να λένε στους πελάτες τους: κάντε υπομονή να περάσει η μπόρα και εδώ είμαστε, τα ξανατρώμε όλοι μαζί. Αν κάποιος παρακολουθούσε επισταμένως τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο του «μνημονιακού ΠΑΣΟΚ» (υπάρχει και το «αντιμνημονιακό ΠΑΣΟΚ» και μόλις δημιουργείται το «αντιμνημονιακό ΠΑΣΟΚ του μνημονίου»), θα διαπίστωνε ότι ο λαϊκισμός «δύο όψεων» που τον χαρακτηρίζει καταλήγει να αναπαράγει όχι απλώς τον δικομματισμό, αλλά το ηγεμονικό μοντέλο της μεταπολίτευσης στο σύνολό του. Επιχειρεί να  αναπαράγει δηλαδή αυτό που καταρρέει: το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας.

Η ηγεσία της ΝΔ το …παίζει και αυτή «υπέρβαση», προφασιζόμενη ότι δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει στη δομή του καθεστώτος και αναφέρεται σε ένα διαφορετικό μίγμα οικονομικής πολιτικής, που δήθεν θα  βγάλει τη χώρα από την κρίση. Άραγε τι άλλο θα μπορούσε να πει ο Αντώνης Σαμαράς, για να συντηρήσει τον πελατειακό κορμό του κόμματος του; Τίποτε άλλο πέραν αυτού. Είναι η ενδεδειγμένη στρατηγική πολιτικής επικοινωνίας που κατατείνει στη συντήρηση του πελατολογίου του κόμματος. Ασφαλώς, εάν ο κ. Σαμαράς ενδιαφερόταν πραγματικά να  συστήσει ένα νέο δεξιό κόμμα, που θα ανταποκρινόταν στη δυναμική και το λαϊκό αίτημα μιας νέας μεταπολίτευσης, αλλιώς θα έπρεπε να πορευθεί, αλλά προφανώς αυτό δεν τον απασχολεί επί του παρόντος. Δεν είναι στα σχέδια του να συμβάλει στη δημιουργία ενός διαφορετικού πολιτικού συστήματος. Και αυτό είναι το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο, εάν εξετάσεις τις συνθήκες της ηγεσίας αυτού του ανθρώπου σε τούτον τον πόλο του ελληνικού δικομματισμού που ήδη διασπάσθηκε.

Άρα, μην περιμένετε να αλλάξει πολιτική το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Δεν είναι αυτό το ζήτημα. Δεν είναι δέσμιος ο δικομματισμός της πολιτικής του, αλλά της πολιτικής κουλτούρας του, η οποία συνδέεται με το πελατειακό κράτος, το οποίο μετά το 1990, έλαβε την μορφή της κραυγαλέας διαπλοκής. Η κυβέρνηση προκάλεσε κρίση δανεισμού και έφερε την τρόικα στην διακυβέρνηση της χώρας για να διασώσει τον πελατειακό χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ. Από αυτό επωφελείται και η ΝΔ, στο βαθμό που ο κ. Σαμαράς δεν συγκατατίθεται στα μνημόνια. Το επόμενο στάδιο του λαϊκισμού θα είναι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ να συνεργαστούν για να επαναφέρουν την αυτο-διακυβέρνηση στη χώρα! Μόνον που ετούτο δεν μπορεί να γίνει εύκολα πλέον.
«Μεγάλος Συνασπισμός» δύσκολα θα μπορούσε να δημιουργηθεί, κατά την άποψη μου, υπό αυτές τις συνθήκες. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μόνον υπό συνθήκες εθνικής και όχι απλώς οικονομικής καταστροφής. Φοβάμαι λοιπόν ότι το καθεστώς είναι πιθανόν να οδηγήσει τα πράγματα στο φάσμα της εθνικής κατάρρευσης, για να προκαλέσει την διαμόρφωση μιας ανάγκης που θα νομιμοποιούσε έναν Μεγάλο Συνασπισμό. Το πελατειακό κράτος δεν μπορεί να υπάρξει για πολύ ακόμη υπό την απειλή της απόλυτης κοινωνικής απορρύθμισης. Δίχως το πελατειακό κράτος η Ελλάδα θα μπορούσε να ανοίξει ανεξέλεγκτα τα φτερά της και τούτο δεν το θέλουν, όχι απλώς τα συμφέροντα που λυμαίνονται τον παραγόμενο πλούτο εντός της χώρας, αλλά ούτε και οι σύγχρονες προστάτιδες δυνάμεις της, οι οποίες δήθεν ενοχλούνται από την ελληνική διαφθορά.

Η κρίση προκλήθηκε για να ορθολογικοποιηθεί η λειτουργία του πελατειακού κράτους, όπως έγινε κάμποσες φορές κατά τις παρελθούσες πτωχεύσεις, και όχι για να εξαφανιστεί η παθογένεια της πολιτικής πατρωνίας. Κάθε φορά μετά την πτώχευση το πελατειακό κατασκεύασμα της Ελλάδας ανανεωνόταν και ενδυναμωνόταν. Αυτό θα επιχειρήσουν και τώρα. Δίχως πελατειακό κράτος, εξάρτηση δύσκολα επιτυγχάνεται. Τα μη-πελατειακά κράτη δύσκολα χειραγωγούνται, πολιτικά αλλά ακόμη και οικονομικά. Η έγνοια ντόπιων και ξένων νταβάδων της ελληνικής κοινωνίας είναι να μην χάσουν τον πολιτικό έλεγχο της χώρας και τίποτε άλλο. Τα οικονομικά μέτρα που επιβάλλονται αποσκοπούν στον πιο σφιχτό έλεγχο και όχι ασφαλώς στο να οδηγήσουν σε γενικευμένη εξέγερση τον λαό. Αν συνέβαινε το τελευταίο θα έπρεπε να θεωρηθεί «ατύχημα» που θα έφερνε τα πάνω-κάτω στο διεθνές σύστημα, μια και η Ελλάδα δεν είναι Αργεντινή, ούτε άλλη χώρα της Λατινικής Αμερικής ή της Ασίας., είναι τμήμα της ΕΕ και της ευρωζώνης.

Μέχρι τώρα το «πείραμα» εξελίσσεται μάλλον άψογα για τους εμπνευστές του. Θα έπαυε να τους ικανοποιεί και θα χάλαγαν τα σχέδια τους μόνον στον βαθμό που οι προοδευτικές πατριωτικές δυνάμεις αναλάμβαναν κυβερνητική πρωτοβουλία με την σύμπραξη του κινήματος των εργαζομένων και των ανέργων, αλλά και των ευρισκόμενων σε απόγνωση μικρομεσαίων επιχειρηματιών. Αυτό θα ήταν η καλύτερη απάντηση στην διαρκή ύβριν του καθεστώτος εναντίον της ελληνικής κοινωνίας. Το καθεστώς προσβάλει τους πελάτες του για να τους συνετίσει, αλλά ταυτόχρονα θίγει ριζικά και εκείνους που δεν βολεύονται στην πατρωνία. Οι τελευταίοι είναι πάρα πολλοί, ενώ  καθημερινά αυξάνεται γεωμετρικά ο αριθμός τους. Ήδη έπαψαν να αποτελούν το «κοινό» τους. Σε λίγο θα γίνουν ο εφιάλτης τους! Μόνον τούτο προϋποθέτει την εγκατάλειψη του λαϊκισμού ως μορφή πολιτικής επικοινωνίας. Αν δεν κατέβεις από το τρένο του λαϊκισμού, αποκλείεται να περπατήσεις πολιτικά με τα δικά σου πόδια, όπως αποκλείεται να στεριώσει μια μορφή κοινωνικής αλληλεγγύης, που σήμερα είναι απαραίτητη όσο ποτέ άλλοτε για την ενδυνάμωση και χειραφέτηση του αντικαθεστωτικού κινήματος των πολιτών.

Σημείωση: Όλα τα παραπάνω, πρέπει να συνδυαστούν με τη βεβαιότητα ότι οι Γερμανοί δεν ενδιαφέρονται πλέον η χώρα μας να παραμείνει στην ευρωζώνη. «Αν μπορείτε να μείνετε με δικές σας δυνάμεις έχει καλώς, αν όχι …», είναι η φράση που άκουσα για δεύτερη φορά μέσα σε λίγο καιρό από Γερμανούς πολιτικούς. Την Πορτογαλία και την Ισπανία τις στηρίζουν κυρίως έμμεσα, αλλά την Ελλάδα δεν πρόκειται. Για την εξέλιξη αυτή την κύρια ευθύνη φέρει ασφαλώς η τακτική που ακολούθησε ο Γιώργος Παπανδρέου, αλλά για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, οι αιτίες είναι πολύ πιο σύνθετες, σημαντικά βαθύτερες και με τεράστιο γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Οποιαδήποτε στρατηγική για την αλλαγή του ηγεμονικού μοντέλου στην χώρα θα πρέπει να λάβει στα σοβαρά υπόψη αυτήν την σημαντική παράμετρο και να εξετάσει την προοπτική συμμαχιών με τα νέα δεδομένα.