ΙΔΕΟΕΠΙΛΟΓΕΣ - Ρήγας Φεραίος (1757-1798)

Ο Ρήγας Φεραίος, ο επονομαζόμενος Βελεστινλής, θεωρείται εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνιος Ζαγοραιός, ο ίδιος υπέγραφε ως Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας ο Θεσσαλός και ουδέποτε Φεραίος, που πιθανόν να είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων. Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από την νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι ότι ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Κυρίτζης ενώ η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία και φέρεται πως είχε μία αδελφή την Ασήμω. Ο Pouqeville αναφέρει πως είχε και ένα αδελφό, τον Κωστή, ο οποίος μάλιστα συμμετείχε στην επανάσταση του 1821. Η οικογένεια του υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Από αυτούς η μητέρα του με τον αδερφό του μόνο διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν στη Βλαχία, όπου συντηρούνταν από το Ρήγα.

Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797. ύστερα από συνεχή βασανιστήρια κι επί 40 ημέρες, αφού έζησε τη θηριωδία των Τούρκων, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκε και το σώμα του ρίχτηκε στον Δούναβη.

ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ – ΘΟΥΡΙΟΣ

Ως πότε παλικάρια, να ζούμε στα στενά,

μονάχοι σα λιοντάρια, σταις ράχαις στα βουνά;

Σπηλιαίς να κατοικούμε, να βλέπωμε κλαδιά,

να φεύγωμ’ απ’ τον κόσμο, για τη πικρή σκλαβιά;

Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,

τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;

Καλλιώναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,

παρά σαράντα χρόνοι, σκλαβιά και φυλακή.Τι σ’ ωφελεί αν ζήσεις και να ‘σαι στη σκλαβιά;

στοχάσου πως σε ψαίνουν, καθ’ ώραν στην φωτιά.

Βεζύρης, δραγουμάνος, αφέντης κι αν σταθής

ο τύραννος αδίκως σε κάμνει να χαθής.

Δουλεύεις όλ’ ημέρα, σε ό,τι κι αν σε πη,

κι αυτός πασχίζει πάλιν, το αίμα σου να πιη.

Ο Σούτζος, κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής

Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης, ειν’ να ιδής.

Ανδρείοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,

σκοτώθηκαν κι’ αγάδες, με άδικον σπαθί.

Κι αμέτρητ’ άλλοι τόσοι και Τούρκοι και Ρωμιοί,

ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά ‘φορμή.

Ελάτε μ’ έναν ζήλον, σε τούτον τον καιρόν,

να κάμωμεν τον όρκον, επάνω στον σταυρόν.

Συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν

να βάλωμεν εις όλα, να δίδουν ορισμόν.

Οι νόμοι ναν’ ο πρώτος, και μόνος οδηγός,

και της πατρίδος ένας, να γένη αρχηγός.

Γιατί κι η αναρχία, ομοιάζει την σκλαβιά,

να ζούμε σαν θηρία, είν’ πλιο σκληρή φωτιά.

Και τότε με τα χέρια, ψηλά στον ουρανόν

ας πούμ’ απ’ την καρδιά μας, ετούτα στον Θεόν.

(Εδώ σηκώνονται οι πατριώται ορθοί,

και υψώνοντες τας χείρας προς τον ουρανόν,

κάμνουν τον όρκον).


ΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑ